Δεν είναι υπερβολή, αλλά θλιβερή διαπίστωση ότι όλο και πιο συχνά τελευταία έχω την αίσθηση της πολιτικής ανυπαρξίας της κυβέρνησης στο θέμα της εθνικής στρατηγικής μας έναντι της Τουρκίας με αφορμή τα νέα δεδομένα που διαμόρφωσε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Γράφει η
Κρινιώ Καλογερίδου
(Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)
Το λέω αυτό γιατί η καραμέλα στο στόμα του πρωθυπουργού εδώ και καιρό λέγεται ”Ρωσία” και η στοχοποίησή της από αυτόν βαίνει κλιμακούμενη, με τη δικαιολογία ότι ” Η Ρωσία αμφισβητεί το δικαίωμα των κρατών να ζουν ελεύθερα”, έστω και αν η Ουκρανία δεν ήταν ποτέ ελεύθερη με την κυριολεκτική έννοια του όρου στα 31 χρόνια ζωής της.
Κι αυτό γιατί μετατράπηκε εξαρχής (μετά την απόσχισή της απ’ την πρώην Σοβιετική Ένωση και την ανεξαρτητοποίησή της το 1991) σε προτεκτοράτο των ΗΠΑ το οποίο ”φιλοξενεί” μάλιστα (αν αληθεύουν οι ρωσικές καταγγελίες) τα βιολογικά εργαστήριά τους στην Ευρώπη.
Κάθε εισβολή ασφαλώς σε ξένο έδαφος είναι καταδικαστέα ως άκρως επιθετική ενέργεια. Ωστόσο η σφοδρότητα της επίθεσης Μητσοτάκη (σε κρίσιμη για τα εθνικά μας θέματα περίοδο) ήταν τέτοια που έβαλε την Ελλάδα στο ”πεδίο της μάχης” μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας (βλ. αποστολή όπλων στην Ουκρανία) βάζοντας σε δεύτερη μοίρα το μείζον πρόβλημα με την Τουρκία.
Γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα να περνούν ασχολίαστες οι απαράδεκτες και προκλητικές δηλώσεις σε βάρος μας Τούρκων Αξιωματούχων, όπως η τελευταία του Ομέρ Τσελίκ (εκπροσώπου του κυβερνώντος κόμματος AKP) για ”βασανισμούς μεταναστών στην Ελλάδα”, ”έρευνες στη ”Γαλάζια Πατρίδα” και αποστρατιωτικοποίηση ελληνικών νησιών.
Σαν συνέπεια αυτού, ενώ περιμέναμε να ακούσουμε από τον υπουργό Εξωτερικών και τον πρωθυπουργό δηλώσεις εθνικής ανάτασης και αξιοπρέπειας απέναντι σε τέτοιου είδους προκλήσεις, είδαμε αμφότερους να κάνουν γαργάρα τις τουρκικές προκλήσεις και να ξιφουλκούν κατά της Ρωσίας (μετά από παρασκηνιακή πίεση των ΝΑΤΟϊκών συμμάχων, πολύ πιθανόν).
Στον αγώνα αποπροσανατολισμού φυσικά για ”απομυθοποίηση” του επικίνδυνου Τούρκου έχει επιστρατευθεί και η μιντιακή νομενκλατούρα η οποία — πριμοδοτούμενη χρόνια από κρατικές επιχορηγήσεις — συνδράμει ασμένως στο πλευρό της Νέας Δημοκρατίας, αν και μεγάλο μέρος του φιλικά προσκείμενου στην κυβέρνηση Τύπου όμνυε ”προχθές” στον Σημίτη και ”χθες” στον ΣΥΡΙΖΑ…
Έτσι η κυβέρνηση, τροχοδρομώντας στις ράγες των φιλικών προς αυτήν ΜΜΕ, βάλλει με μένος κατά της Ρωσίας με προφανή στόχο να ενσπείρει στην ελληνική κοινωνία αντιρωσικά συναισθήματα αφήνοντας στο απυρόβλητο τον τρις εισβολέα (Κύπρος, Συρία, Ιράκ) εξ Ανατολών (ο οποίος κατονομάζει τα νησιά του Αιγαίου και τη Θράκη σαν διεκδικούμενα εδάφη απ’ το ’16) για το χατήρι των ΗΠΑ.
Έχει καταφέρει μάλιστα ο πρωθυπουργός, μετά τον διχασμό που επέφερε ο διαχωρισμός γύρω από τα εμβόλια, να διχάσει τους Έλληνες πολίτες εκ νέου με την πολεμική ρητορική του κατά της Ρωσίας, σε βαθμό που σε κάνει να πιστεύεις ότι είμαστε σε πόλεμο με αυτήν στο όνομα της καταστρατήγησης εκ μέρους της ”σειράς θεμελιωδών αξιών”, οι οποίες ωστόσο έχουν καταπατηθεί επανειλημμένα από τους συμμάχους της Δύσης.
Απόδειξη του αλόγου διχασμού που προξένησε η ανεκδιήγητη Εξωτερική πολιτική μας είναι το γεγονός ότι τα ΜΚΔ έχουν κατακλυστεί από ”ομάδες κρούσης” της κυβερνητικής προπαγάνδας οι οποίες έχουν φτάσει σε τέτοιο επίπεδο φανατισμού που κατηγορούν ως ρωσόφιλους (”πουτινικούς”) όσους δεν καθυβρίζουν τον Πούτιν .
Δαιμονοποίηση άκρως επικίνδυνη, η οποία θα πέσει ως κεραυνός επί της κεφαλής της Ελλάδας και της Κύπρου στα ανοιχτά θέματα που έχουν αμφότερες με την Τουρκία. Ωστόσο αυτό δεν φαίνεται να πτοεί τον πρωθυπουργό, γιατί είναι το πιο αποτελεσματικό για να πετύχει τους δύο στόχους του:
Πρώτον, να δώσει τα διαπιστευτήριά του στον Λευκό Οίκο επιβεβαιώνοντας ότι η Ελλάδα κινείται στη… ”σωστή πλευρά της Ιστορίας” (επανάληψη του σημιτικού ”Ευχαριστώ τους Αμερικανούς” δια της πλαγίας) και Δεύτερον, να προλειάνει… συμφιλιωτικά το έδαφος με την Τουρκία ενόψει της επικείμενης συνάντησής του με τον Ταγίπ Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη (13 Μαρτίου).
Τώρα θα μου πείτε, και με το δίκιο σας, ότι είναι μονόπλευρες αυτές οι προσπάθειες προσέγγισης απ’ τη στιγμή κατά την οποία υπονομεύονται μεθοδευμένα από την πλευρά της Τουρκίας, αφού μόνο τυχαία δεν ήταν η δήλωση Τσελίκ ότι η τουρκική πλευρά έχει τη δική της ατζέντα για βάση συζήτησης με την Ελλάδα.
Όλα αυτά, δυστυχώς, τα καταπίνει αμάσητα η ελληνική πλευρά η οποία ρίχνει το βάρος στην αντιρωσική ρητορεία αφήνοντας να ”κάνει παιχνίδι” η Τουρκία σε βάρος της χώρας μας ενισχύοντας ταυτόχρονα περαιτέρω τις σχέσεις της με τη Ρωσία.
Τρανταχτή απόδειξη γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι ο Ταγίπ Ερντογάν έπεισε τον Βλαντιμίρ Πούτιν για μεσολάβηση της Τουρκίας στο Ουκρανικό με συνάντηση των ΥΠΕΞ Ρωσίας-Ουκρανίας στην Αττάλεια.
Και μπορεί να μη βγει τίποτα απ’ αυτό, αλλά δι’ αυτού η Τουρκία αναγορεύεται σε διαμεσολαβητή-ειρηνοποιό (οποία τραγική ειρωνεία) εξαλείφοντας απ’ την μνήμη της διεθνούς κοινής γνώμης τον όρο ”εισβολέας” που σκίαζε μέχρι τώρα το ”βιογραφικό” της.
Τα δεδομένα αυτά και οι εύλογοι συγκριτισμοί σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας σκιαγραφούν αρνητική εικόνα για την ελληνική κυβέρνηση η οποία με τις ενέργειές της δίνει την εντύπωση ότι έχει προσδέσει πισθάγκωνα την Ελλάδα στο άρμα των ΗΠΑ προτάσσοντας τα συμφέροντά τους έναντι των ελληνικών.
Ως φαίνεται, δυστυχώς — και σ’ αυτό συνηγορούν τα τουρκικά Μέσα και όχι μόνο — ο ”σουλτάνος” με το χαρτί του ”επιτήδειου ουδέτερου” βγήκε και πάλι κερδισμένος (τα ‘χει καλά και με Ρωσία και Ουκρανία), σε αντίθεση με εμάς που παρουσιάσαμε (κυβερνητικά) την Ελλάδα ως εμπλεκόμενη στον πόλεμο.
Και μάλιστα με διάθεση πολεμοχαρή, αφού είμαστε απ’ τους πρώτους που σπεύσαμε να στείλουμε όπλα (αμυντικό υλικό, πέραν του ανθρωπιστικού) στην Ουκρανία κατά την ώρα της σύγκρουσης εξοργίζοντας την πυρηνική δύναμη Ρωσία η οποία μας ενέταξε στη λίστα με τις μη φιλικές χώρες.
Θα έλεγα μάλιστα ότι ο Τούρκος Πρόεδρος μάς δίνει μαθήματα στρατηγικής, αφού προχωρά στην υλοποίηση των απειλών του μεθοδικά, χωρίς παλινωδίες και παρορμητικές ενέργειες. Όλα γίνονται βάσει σχεδίου. Γι’ αυτό και πρέπει να παίρνουμε στα σοβαρά τις προειδοποιήσεις του, όπως την τελευταία για την αγορά 4ου αεροπλανοφόρου και την πρόθεσή του για έναρξη των ερευνών στο Αιγαίο…
Ήδη εδώ και μήνες δημοσιογραφικές πληροφορίες αναφέρουν ότι το καμουφλαρισμένο με ”φιλική σύσταση” αίτημα των ΗΠΑ και της Γερμανίας (βλ. δηλώσεις Μάικ Πομπέο, Σεπτέμβριος 2020) για ”μείωση του στρατιωτικού αποτυπώματος στα νησιά του Αιγαίου” (χρόνια απαίτηση της Τουρκίας) δεν αποκλείεται να ικανοποιηθεί — εν μέρει τουλάχιστον — από την ελληνική πλευρά, δια της πλαγίας, λόγω ”ευνοϊκής συγκυρίας”.
Και η ευνοϊκή συγκυρία είναι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία η οποία επισύρει κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Με πρόσχημα λοιπόν τις κυρώσεις αυτές, δεν αποκλείεται — λένε οι πηγές — η ”απόσυρση της ρωσικής αντιαεροπορικής ομπρέλας” από τα νησιά μας.
Όπερ σημαίνει ότι, με την απομάκρυνση των ρωσικών TOR-M1 και OSA, θα εξασθενήσει επικίνδυνα η αντιαεροπορική άμυνα της Ελλάδας στο Αιγαίο και τα ”ευάλωτα” νησιά μας (που είναι ήδη ”γκριζαρισμένα” από τους Τούρκους ως στόχοι διεκδίκησης) θα μείνουν ακάλυπτα σε περίπτωση τουρκικής εισβολής.
Τα συμπεράσματα δικά σας…
Πηγη:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου