Τι γιορτάζουμε την Κυριακή της Ορθοδοξίας;
“Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων,
αὕτη ἡ
πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν.”
.
Κατά την τάξιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας,την Κυριακή Α΄των Νηστειών, γίνεται
η Λιτάνευσις των ιερών εικόνων των εκκλησιών γύρω από τους ναούς και
η ομολογία της πίστης μας στον Θεό, στον Υιό Του τον Χριστό, σε
όλους τους προφήτες, στην Παναγία μας και στην πλειάδα των οσίων, αγίων
και μαρτύρων της Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας Του.
Και οι ιερείς εκφωνούν κατά την διάρκεια της
Λιτανείας:
“Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἑβράβευσεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστόν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν, καὶ τοὺς Αὐτοῦ Ἁγίους ἐν λόγοις τιμῶντες, ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασιν, ἐν θυσίαις, ἐν Ναοῖς, ἐν Εἰκονίσμασι, τὸν μὲν ὡς Θεὸν καὶ Δεσπότην προσκυνοῦντες καὶ σέβοντες, τοὺς δὲ διὸ τὸν κοινὸν Δεσπότην ὡς Αὐτοῦ γνησίους θεράποντας τιμῶντες καὶ τὴν κατὰ σχέσιν προσκύνησιν ἀπονέμονες”. Και συνεχίζουν οι ιερείς μας: “Αὕτη
ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων,
αὕτη ἡ πίστις τὴν Οἰκουμένην ἐστήριξεν. Ἐπὶ τούτοις τοὺς τῆς εὐσεβείας Κήρυκας
ἀδελφικῶς τε καὶ πατροποθήτως εἰς δόξαν καὶ τιμὴν τῆς εὐσεβείας, ὑπὲρ ἧς
ἀγωνίσαντο, ἀνευφημοῦμεν καὶ λέγομεν· Τῶν τῆς Ὀρθοδοξίας προμάχων εὐσεβῶν
Βασιλέων, ἁγιωτάτων Πατριαρχῶν, Ἀρχιερέων, Διδασκάλων, Μαρτύρων, Ὁμολογητῶν,
Αἰωνία ἡ μνήμη”.
Λίγα λόγια για την εικονομαχία και την
Αναστήλωση των εικόνων.
Υπήρξε
μια σκοτεινή περίοδος της εκκλησιαστικής ιστορίας, όπου κάποιοι χριστιανοί, επηρεασμένοι από την ειδωλολατρική παράδοση και πρακτική, νόμιζαν
πως οι εικόνες είναι σαν τα είδωλα. Έτσι, μερικοί από αυτούς τις λάτρευαν με έναν
τρόπο παγανιστικό, ειδωλολατρικό, φτάνοντας
μάλιστα στο σημείο να αντικαθιστούν την Θεία Κοινωνία με ξύσματα από τα υλικά
των εικόνων που τα διέλυαν στο νερό. Κάποιοι άλλοι δε χριστιανοί, βλέποντας
αυτές τις ακρότητες,.τις απέρριπταν εντελώς.
Έτσι
άρχισε η περίοδος των εικομαχιών, που προσπάθησε να την σταματήσει
το 787 μ.Χ, η Ζ΄Οικουμενική Σύνοδο στην Νίκαια της Βιθυνίας,
που συγκλήθηκε από την ευσεβέστατηΑυτοκράτειρα
Ειρήνη την Αθηναία, με την συμμετοχή 350 περίπου
Επισκόπων, με προεδρεύοντα τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιο,
και πλήθους μοναχών. Η Εικονομαχία καταδικάστηκε ως αίρεση και
αποφασίστηκε η αναστήλωση των Ιερών Εικόνων. Η τιμή
και προσκύνηση των Εικόνων διαχωρίστηκε από αντίστοιχες εκδηλώσεις των
ειδωλολατρών με την διευκρίνιση και τον λεπτομερή προσδιορισμό του τελικού
αποδέκτη της προσκύνησης: προσκυνάμε βέβαια την εικόνα, όμως η
προσκύνηση δεν αναφέρεται στην εικόνα αλλά στο εικονιζόμενο πρόσωπο.
Έμελλε όμως η αίρεσις αυτή να ταλαιπωρήσει την Εκκλησία και την Αυτοκρατορία
για πάνω από έναν αιώνα, μέχρι το 843μ.Χ. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου
πολλές εικόνες βεβηλώθηκαν και καταστράφηκαν με ποικίλους τρόπους, μοναστήρια
διαλύθηκαν, μοναχοί εξορίστηκαν και βασανίστηκαν για την στάση τους υπέρ των
εικόνων. Τελικά η αναστήλωση των εικόνων και η αποκατάσταση της τιμής τους
πραγματοποιήθηκε από την Θεοδώρα και
τον ανήλικο γιο της αυτοκράτορα Μιχαήλ τον Μάρτιο του 843. Από τότε, ο θρίαμβος της Ορθοδοξίας γιορτάζεται
κάθε χρόνο την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, την Κυριακή της
Ορθοδοξίας.
Η αξία της Νηστείας - π.
Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος
Δυστυχῶς σήμερον ἡ νηστεία ἔχει πολύ παραμερισθῆ. Ἐλάχιστοι δίδουν σημασίαν εἰς τήν
νηστείαν. Καί ὅμως ἡ ἀξία τῆς νηστείας εἶνε πολύ μεγάλη. Ἄς ἀκούσωμεν τί λέγει περί αὐτῆς ὁ Μέγας Βασίλειος:
«Νομίζεις ὅτι τοποθετῶ τήν ἀρχαιότητα τῆς νηστείς εἰς τήν ἐποχήν τοῦ Νόμου τοῦ Μωυσέως; Ὄχι! Ἡ νηστεία εἶνε περισσότερον παλαιά ἀπό τόν Νόμον τοῦ Μωυσέως… Ἡ νηστεία ἔχει τήν αὐτήν ἡλικίαν μέ τήν ἀνθρωπότητα. Ἡ νηστεία ἐνομοθετήθη εἰς τόν Παράδεισον.
Ἡ πρώτη ἐντολή περί νηστείας ἐδόθη εἰς τόν Ἀδάμ. «Ἀπό τόν καρπόν τοῦ δένδρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ δέν θά φάγετε», εἶπεν ὁ Θεός εἰς τούς πρωτοπλάστους.
Αὐτό τό «δέν θά φάγετε» εἶνε θέσπισις νόμου νηστείας καί ἐγκρατείας.
«Νομίζεις ὅτι τοποθετῶ τήν ἀρχαιότητα τῆς νηστείς εἰς τήν ἐποχήν τοῦ Νόμου τοῦ Μωυσέως; Ὄχι! Ἡ νηστεία εἶνε περισσότερον παλαιά ἀπό τόν Νόμον τοῦ Μωυσέως… Ἡ νηστεία ἔχει τήν αὐτήν ἡλικίαν μέ τήν ἀνθρωπότητα. Ἡ νηστεία ἐνομοθετήθη εἰς τόν Παράδεισον.
Ἡ πρώτη ἐντολή περί νηστείας ἐδόθη εἰς τόν Ἀδάμ. «Ἀπό τόν καρπόν τοῦ δένδρου τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ δέν θά φάγετε», εἶπεν ὁ Θεός εἰς τούς πρωτοπλάστους.
Αὐτό τό «δέν θά φάγετε» εἶνε θέσπισις νόμου νηστείας καί ἐγκρατείας.
Ἐάν
ἡ Εὔα δέν ἔτρωγεν ἀπό τόν καρπόν τοῦ δένδρου ἐκείνου, δέν θά εἴχομεν
ἀνάγκην ἀπό τήν σημερινήν
νηστείαν… Ἐπειδή δέν ἐνηστεύσαμεν, ἐξεδιώχθημεν ἐκ τοῦ Παραδείσου• ἄς
νηστεύσωμεν λοιπόν, διά νά εἰσέλθωμεν εἰς αὐτόν… Μή μιμηθῇς τήν παρακοήν
τῆς Εὔας, μή δεχθῇς πάλιν τόν ὄφιν ὡς σύμβουλον, ὁ ὁποῖος σέ προτρέπει
νά
φάγῃς, ἀπό ἐνδιαφέρον δῆθεν διά τό σῶμα σου… Τά σώματα τῶν ἀνθρώπων,
ὅταν βαρύνωνται ὑπερ- βολικῶς μέ τήν συνεχῆ πολυφαγίαν, περιπίπτουν
εὐκόλως εἰς ἀσθενείας…
Εἰς
τόν Παράδεισον οἶνος δέν ὑπῆρχεν οὔτε θυσίαι ζώων ὑπῆρχον ἀκόμη οὔτε
κρεοφαγίαι.
Μετά τόν κατακλυσμόν ἐπετράπησαν αὐτά… Ἀλλά καί ὁ Μωυσῆς, ὡς γνωρίζομεν,
μετά ἀπό νηστείαν ἐτόλμησε νά ἀνέλθῃ εἰς τό ὄρος Σινᾶ, διά νά λάβῃ τάς
πλάκας τῶν Δέκα Ἐντολῶν… Τί ἦτο ἐκεῖνο πού κατέ- στησεν ἀνάξιον τόν Ἠσαῦ
καί τόν ἔκαμε δοῦλον τοῦ ἀδελφοῦ του Ἰακώβ.
Δέν ἦτο ὀλίγον φαγητόν, χάριν τοῦ ὁποίου ἐπώλησεν εἰς τόν ἀδελφόν του τά δικαιώματά του ὡς πρωτοτόκου; Ἡ μήτηρ τοῦ προφήτου Σαμουήλ δέν ἀπέκτησε τόν υἱόν της ἕνεκα τῆς προσευχῆς της καί τῆς νηστείας της; Ἡ νηστεία δέν ἔκαμεν ἀκατανίκητον τόν μέγαν καί σπουδαῖον Σαμψών;… Ναί! Ἡ νηστεία γεννᾷ προφήτας, ἡ νηστεία κάμνει ἰσχυροτέρους τούς ἰσχυ- ρούς, ἡ νηστεία κάμνει σοφούς τούς νομοθέτας… Ἡ νηστεία ἁγιάζει τόν ἀφιερωμένον εἰς τόν Θεόν καί καθιστᾷ τόν Ἱερέα ἱκανόν νά προσφέρῃ θυσίαν.
Διότι δέν εἶνε δυνατόν νά τολμήσῃ τις ἄνευ νηστείας νά ἱερουργήσῃ, ὄχι μόνον εἰς τήν ἰδικήν μας λατρείαν τήν μυστικήν καί ἀληθινήν, ἀλλ᾽ οὔτε εἰς τήν τυπικήν λατρείαν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τήν λατρείαν, πού ὥριζεν ὁ Νόμος τοῦ Μωυσέως.
Ἡ νηστεία ἔκαμε τόν προφήτην Ἠλίαν ἱκανόν καί ἄξιον νά ἴδῃ τό μέγα θέαμα• διότι ἀφοῦ μέ νηστείαν τεσσαράκοντα ἡμερῶν ἐκαθάρισε τήν ψυχήν του, οὕτως ἠξιώθη εἰς τό σπήλαιον Χωρήβ νά ἴδῃ τόν Κύριον, ὅσον βεβαίως εἶνε δυνατόν εἰς ἀνθρώπους νάἴδουν τόν Θεόν. Διά τῆς νηστείας ἀνέστησε τόν υἱόν τῆς χήρας καί οὕτω διά τῆς νηστείας, ἀνεδείχθη δυνατός κατά τοῦ θανάτου… Καί τοῦ προφήτου Ἐλισσαίου τόν βίον ἡ νηστεία διέκρινε… Καί γενικῶς ἡ νηστεία ὑπῆρξεν ὁδηγός εἰς ὅλους τούς ἁγίους, ὥστε νά πολιτευθοῦν συμφώνως πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ… Καί οἱ Τρεῖς Παῖδες, καίτοι ἐρρίφθησαν εἰς τήν κάμινον τοῦ πυρός, ὅμως ἐπειδή εἶχον ὁπλισθῆ μέ τήν νηστείαν, κατεπάτουν τήν πυρκαϊάν καί ἀνέπνεον, μέσα εἰς αὐτό τό φοβερόν πῦρ, ἐλαφρόν καί δροσιστικόν ἀέρα. Οὔτε τάς τρίχας τῆς κεφαλῆς των δέν ἐτόλμησε νά θίξῃ τό πῦρ, ἐπειδή καί αὐταί εἶχον τραφῆ διά τῆς νηστείας. Ὁ δέ προφήτης Δανιήλ, ὁ ὁποῖος ἦτο γεμᾶτος ἀπό θείους καί πνευματικούς πόθους, ἀφοῦ ἐνήστευσεν ἐπί τρεῖς ἑβδομάδας καί οὔτε ἄρτον ἔφαγεν, οὔτε ὕδωρ ἔπιεν, ἔκαμεν ἔπειτα καί τούς λέοντας νά νηστεύουν, ὅταν ὁ εἰδωλολάτρης βασιλεύς τόν ἔρριψεν εἰς τόν λάκκον των… Ἡ νηστεία ἔσβεσε τήν δύναμιν τοῦ πυρός, ἡ νηστεία ἔφραξε τά στόματα τῶν λεόντων, ἡ νηστεία γίνεται πτερόν καί ἀναβιβάζει τήν προσευχήν εἰς τόν οὐρανόν, ἡ νη- στεία εἶνε αὔξησις καί πρόοδος τῶν οἴκων, μήτηρ τῆς ὑγείας, παιδαγωγός τῶν νέων, στολισμός τῶν πρεσβυτέρων…
Ἄλλα καί μέ ἄλλον τρόπον ἡ νηστεία μᾶς γίνεται ἀφορμή εὐφροσύνης. Ὅπως δηλαδή ἡ δίψα μᾶς κάμνει νά αἰσθανώμεθα ἀπόλαυσιν ὅταν πίνωμεν, καί ὅπως ἡ πεῖνα, ὅταν προηγηθῇ, κάμνει πολύ εὐχάριστον τήν τράπεζαν, οὕτω καί ἡ νηστεία καθιστᾶ περισσότερον ἀπο- λαυστικόν τό φαγητόν… Ἡ τράπεζα εἶνε περισσότερον εὐχάριστος μετά τήν νηστείαν, τόσον διά τούς πλουσίους πού ἔχουν ποικιλίαν φαγητῶν, ὅσον καί διά τούς πτωχούς πού τά φαγητά των εἶνε λιτά καί ἁπλᾶ… Τοῦ νηστεύοντος οἱ ὀφθαλμοί εἶνε ἤρεμοι, τό βάδισμα σεμνόν, τό πρόσωπον σοβαρόν, χωρίς νά ἐντροπιάζεται ἀπό ἀκολάστους γέλωτας, οἱ λόγοι του μετρημένοι, ἡ καρδία του καθαρά…
Ἀγνοεῖς ὅτι ὅπως συμβαίνει μέ τά ἀντίπαλα στρατεύματα, ὅπου ἡ συμμαχία κάποιου μέ τό ἕν κάμνει νά νικηθῇ τό ἄλλο, οὕτω συμβαίνει καί μέ τό πνεῦμα καί τήν σάρκα; Ὅποιος προσθέτει βάρη εἰς τήν σάρκα ἀντιμάχεται καί καταπολεμεῖ τό πνεῦμα καί ὅποιος προσχωρεῖ εἰς τό μέρος τοῦ πνεύματος ὑποδουλώνει τήν σάρκα. Διότι αὐτά εἶνε μεταξύ των ἐχθρικά. Ὥστε, ἄν θέλῃς νά κάμῃς ἰσχυρόν τό πνεῦμα σου, χαλιναγώγησε μέ νηστείαν τήν σάρκα…
Δέν θά περιφρονήσῃς τά φαγητά, τά ὁποῖα φθείρονται; Δέν θά ἐπιθυμήσῃς τήν τράπεζαν πού εἶνε εἰς τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν, εἰς τήν ὁποίαν θά καθήσῃς ἄν νηστεύσῃς εἰς τήν παροῦσαν ζωήν; Δέν γνωρίζεις ὅτι μέ τήν λαιμαργίαν καί τήν πολυφαγίαν σου κάμνεις παχύτερον τόν σκώληκα, ὁ ὁποῖος θά σέ κατατρώγη;
Ποῖος ἀπ᾽ ὅσους ἐπιδίδονται εἰς πολυφαγίας καί συνεχεῖς ὑλικάς ἀπολαύσεις, ἀπέκτησε ποτέ οἱονδήποτε πνευματικόν χάρισμα;… Δέν φοβεῖσαι καί δέν φρίττεις διά τήν λαιμαργίαν, μήπως γίνῃ αἰτία νά χάσῃς τά ἀγαθά τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν;
Πρόσεξε ὅμως! Μή νομίσῃς ὅτι τό ἀγαθόν τῆς νηστείας περιορίζεται μόνον εἰς τήν ἀποχήν ἀπό τάς ὑλικάς τροφάς. Ὄχι! Πραγματική νηστεία εἶναι τό νά ἀπομακρυνθῇς ἀπό πᾶν κακόν… Τί τό ὄφελος νά νηστεύῃς καί ταὐτοχρόνως νά εὑρίσκεσαι εἰς φιλονικίας καί διαμάχας; Δέν τρώγεις κρέας, κατατρώγεις ὅμως τόν ἀδελφόν σου (μέ ὕβρεις, ἀδικίας, συκοφαντίας κ.λπ). Δέν πίνεις οἶνον, ἀλλά δέν κυριαρχεῖς εἰς τό πάθος σου νά ὑβρίζῃς. Δέν θέτεις τροφήν εἰς τό στόμα μέχρι τό βράδυ, ἀλλ᾽ ὅλην τήν ἡμέραν σου τήν σπαταλᾷς εἰς τά δικαστήρια… Μεθύει ἡ ψυχή σου ὄχι μέ οἶνον, ἀλλά μέ τόν θυμόν…».
Αὐτή λοιπόν εἶνε ἡ ἀληθής νηστεία. Νηστεία καί ἀπό τροφάς, ἀλλά καί ἀπό πάθη. Αὐτήν τήν νηστείαν, πού ἐπαινεῖ ὁ Μέγας Βασίλειος, ἔχουσα ὑπ᾽ ὄψιν της ἡ Ἐκκλησία μας, μᾶς καλεῖ νά ψάλωμεν:
«Νηστεύσωμεν νηστείαν δεκτήν, εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ• ἀληθής νηστεία ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσης, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους καί ἐπιορκίας• ἡ τούτων ἔνδεια νηστεία ἐστίν ἀληθής καί εὐπρόσδεκτος». Δηλαδή: Ἄς νηστεύσωμεν νηστείαν πού τήν δέχεται ὁ Θεός, νηστείαν πού ἀρέσει εἰς τόν Κύριον. Τοιαύτη νηστεία ἀληθής εἶνε ἡ ἀποξένωσις ἀπό τάς κακίας. Δηλαδή ἡ συγκράτησις τῆς γλώσσης (ἀπό ὕβρεις, βλασφημίας, συκοφαντίας κ.λπ), ἡ ἀποφυγή τοῦ θυμοῦ, ἡ ἀπομάκρυνσις ἀπό ἐπιθυμίας πονηράς, καθώς καί ἀπό καταλαλιάν, ψεῦδος καί ἐπιορκίαν. Ἡ ἔλλειψις αὐτῶν τῶν κακιῶν εἶνε νηστεία ἀληθής καί δεκτή μέ εὐχαρίστησιν ἀπό τόν Θεόν.
ΤO ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Λέγει αὐτῷ Φίλιππος· Ἔρχου καὶ ἴδε» (᾿Ιωάν. 1,47)
ΣΗΜΕΡΑ,
ἀγαπητοί μου, εἶνε ἑορτὴ μεγάλη καὶ ἔνδοξος. Δὲν ἑορτάζει ἕνας ἢ δύο
ἅγιοι, ὅπως τὶς ἄλλες ἡμέρες· ἑορτάζει ὅλη ἡ Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθόδοξος
Ἐκκλησία μας.
Ποιός μπορεῖ νὰ ἐκφωνήσῃ λόγο ἀντάξιο τῆς μεγάλης ἑορτῆς; Θὰ ἔπρεπε νὰ βρίσκεται ἐδῶ ἕνας ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους ἢ τοὺς πατέρας καὶ διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας ἢ τοὺς μάρτυρες ποὺ ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἐμεῖς λίγες σκέψεις θὰ διατυπώσουμε ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου.
Ποιός μπορεῖ νὰ ἐκφωνήσῃ λόγο ἀντάξιο τῆς μεγάλης ἑορτῆς; Θὰ ἔπρεπε νὰ βρίσκεται ἐδῶ ἕνας ἀπὸ τοὺς ἁγίους ἀγγέλους ἢ τοὺς πατέρας καὶ διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας ἢ τοὺς μάρτυρες ποὺ ἔχυσαν τὸ αἷμα τους γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἐμεῖς λίγες σκέψεις θὰ διατυπώσουμε ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου.
* * *
Ὁμιλεῖ
τὸ εὐαγγέλιο γιὰ κάποιο Ναθαναήλ, ποὺ εἶχε μικρὰ ἰδέα γιὰ τὸ Χριστό.
Ἐπειδὴ ὁ Ἰησοῦς καταγόταν ἀπὸ ἄσημο χωριὸ (τὴ Ναζαρέτ), ἐπειδὴ
γεννήθηκε ἀπὸ πτωχὴ μητέρα καὶ ὑπὸ ταπεινὲς συνθῆκες, κρίνοντας ἀπ’
αὐτὰ εἶπε· «Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι;» (᾿Ιωάν. 1,47), εἶνε
δυνατὸν ἀπ’ τὸ χωριὸ αὐτὸ νὰ βγῇ κάτι καλό, νὰ βγῇ ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου;
Ἀλλ’ ὅπως τότε ὁ Ναθαναὴλ εἶπε τὸν περιφρονητικὸ αὐτὸ λόγο, ἔτσι καὶ σήμερα ὑπάρχουν «Ναθαναήλ», ποὺ μιλοῦν περιφρονητικὰ γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ γιὰ τὸ ἔργο του. Λένε κι αὐτοί, κατ᾿ ἄλλο τρόπο βέβαια· «Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι;», καὶ θεωροῦν ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε πλέον κάτι ξεπερασμένο, ἕνας θεσμὸς χρεωκοπημένος, ἀνάξιος λόγου, ποὺ πρέπει νὰ μπῇ στὸ μουσεῖο. Τί ἔχουμε νὰ ποῦμε σ’ αὐτοὺς τοὺς «Ναθαναήλ»; Θ’ ἀπαντήσουμε μὲ τὰ λόγια τοῦ Φιλίππου· «Ἔρχου καὶ ἴδε» (ἔ.ἀ.). Ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, ἐλᾶτε νὰ θαυμάσετε σήμερα, τὴν ἅγια αὐτὴ ἡμέρα, τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ἀλλ’ ὅπως τότε ὁ Ναθαναὴλ εἶπε τὸν περιφρονητικὸ αὐτὸ λόγο, ἔτσι καὶ σήμερα ὑπάρχουν «Ναθαναήλ», ποὺ μιλοῦν περιφρονητικὰ γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ γιὰ τὸ ἔργο του. Λένε κι αὐτοί, κατ᾿ ἄλλο τρόπο βέβαια· «Ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι;», καὶ θεωροῦν ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε πλέον κάτι ξεπερασμένο, ἕνας θεσμὸς χρεωκοπημένος, ἀνάξιος λόγου, ποὺ πρέπει νὰ μπῇ στὸ μουσεῖο. Τί ἔχουμε νὰ ποῦμε σ’ αὐτοὺς τοὺς «Ναθαναήλ»; Θ’ ἀπαντήσουμε μὲ τὰ λόγια τοῦ Φιλίππου· «Ἔρχου καὶ ἴδε» (ἔ.ἀ.). Ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, ἐλᾶτε νὰ θαυμάσετε σήμερα, τὴν ἅγια αὐτὴ ἡμέρα, τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
* * *
Ὑπάρχουν,
ἀγαπητοί μου, πολλὰ ἀξιοθαύμαστα. Γιὰ παράδειγμα, στὸν ἀρχαῖο κόσμο
ἦταν οἱ κρεμαστοὶ κῆποι τῆς Βαβυλῶνος, οἱ πυραμίδες τοῦ Χέοπος, ὁ
Κολοσσὸς τῆς ῾Ρόδου, ἡ Ἀκρόπολις τῶν Ἀθηνῶν· καὶ σήμερα πολλὰ
ἐπιτεύγματα τῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς τεχνικῆς εἶνε θαυμαστά. Ἀλλὰ τὸ
ἀνώτερο ἀπὸ ὅλα, ἐκεῖνο ποὺ προκαλεῖ τὸ θάμβος τῶν αἰώνων, εἶνε ἡ ἁγία
μας Ἐκκλησία.
Ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλὰ τί εἶνε Ἐκκλησία; Ἡ Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε τὸ κτήριο τοῦ ναοῦ· ὄχι. Τοὺς ναοὺς μπορεῖ μιὰ μέρα ἕνα ἄθεο καθεστὼς νὰ τοὺς γκρεμίσῃ, ὅπως ἔγινε στὴ Βόρειο Ἤπειρο ἐπὶ Ἐμβὲρ Χότζα. Ὁ ναὸς γκρεμίζεται, ἡ Ἐκκλησία δὲ γκρεμίζεται· ἐδῶ εἶνε ἡ μεγάλη διαφορά. Γιατὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶνε τὰ ντουβάρια· ἡ Ἐκκλησία εἶνε κάτι βαθύτερο καὶ ὑψηλότερο, κάτι ἅγιο καὶ πνευματικὸ καὶ ἀθάνατο. Ἡ Ἐκκλησία εἶνε τὸ σύνολο τῶν ψυχῶν ποὺ πιστεύουν. Τί πιστεύουν· ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, ἕνας φιλόσοφος ἢ κοινωνιολόγος, ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἄνδρες τῆς ἱστορίας· ὁ Χριστὸς εἶνε παραπάνω ἀπὸ ἀγγέλους, ἀρχαγγέλους, ἁγίους, παραπάνω ἀπ’ ὅλο τὸν οὐράνιο κόσμο· εἶνε αὐτὸς ὁ Θεός. Αὐτὴ εἶνε ἡ πίστι μας, τὴν ὁποία διακηρύττει σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Καὶ ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστὸ ὡς Θεό, αὐτοὶ ἀποτελοῦν τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας του.
Ἡ Ἐκκλησία εἶνε τὸ βασίλειο – ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, τῆς ὁποίας «οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. 1,33 καὶ Σύμβ. πίστ.).
Ποιά ἦταν ἡ ἀρχή της; Ξεκίνησε ἀπὸ δώδεκα ψαρᾶδες. Σ’ αὐτοὺς εἶπε ὁ Χριστός· Σᾶς στέλνω νὰ σαλπίσετε τὸ κήρυγμά μου σὲ ὅλο τὸν κόσμο· ἕνα κήρυγμα ἀντίθετο μὲ τὶς ἐπιθυμίες τοῦ ὄχλου, συγκρουόμενο μὲ ὅλο τὸν ἀρχαῖο εἰδωλολατρικὸ κόσμο, ἀνατρεπτικὸ τοῦ κατεστημένου.
Πῶς ἔγινε ἡ ἐξάπλωσι τῆς Ἐκκλησίας; Ἐὰν ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὴν ἱστορία, θὰ δοῦμε ὅτι ὡρισμένοι ἵδρυσαν βασιλεῖες καὶ αὐτοκρατορίες μεγάλες, ὅπως εἶνε λόγου χάριν τὸ Μακεδονικὸ κράτος τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, ἡ ῾Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία, τὸ κράτος τοῦ Μ. Ναπολέοντος, ποὺ ἔφθασαν ὣς τὰ πέρατα τῆς γῆς. Ἔφθασαν· ἀλλὰ πῶς ἔφθασαν; Ὁ μὲν Ἀλέξανδρος μὲ τὶς περίφημες φάλαγγες ποὺ ἐξώπλισε, ὁ Καῖσαρ μὲ τὶς λεγεῶνες του, ὁ Ναπολέων μὲ τὶς στρατιές του. Ἡ βασιλεία ὅμως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἐπεβλήθη μὲ ὅπλα. Πῶς ἁπλώθηκε; Ἐδῶ εἶνε τὸ θαυμαστό. Ποῦ εἶνε οἱ φάλαγγες, οἱ λεγεῶνες, τὰ στρατεύματά της; Ποῦ εἶνε τὰ ὅπλα καὶ τὰ πυροβόλα της;
Τί μέσα μεταχειρίστηκε λοιπόν; Χρῆμα; Οἱ ἀπόστολοι δὲν εἶχαν στὶς τσέπες τους τίποτα. Ὅπλα; Ἕνα σουγιᾶ εἶχε ὁ Πέτρος, καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπηγόρευσε νὰ τὸν ἔχῃ κι αὐτόν. Σοφία καὶ γνῶσι; Ἀγράμματοι ἦταν. Καὶ ὅμως, χωρὶς λεφτά, χωρὶς ὅπλα, χωρὶς γνώσεις καὶ ἐπιστῆμες, ξεκίνησαν οἱ δώδεκα ψαρᾶδες καὶ ἐξέτειναν στὸν κόσμο τὴν μεγαλυτέρα βασιλεία, τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας.
Τὶς δυσκολίες αὐτὲς τὶς γνώριζε ὁ Χριστός, γι᾿ αὐτὸ τοὺς εἶπε· «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων»· σᾶς στέλνω σὰν πρόβατα ἀνάμεσα σὲ λύκους (Ματθ. 10,16). Πρόβατα οἱ ἀπόστολοι, λύκοι ὁ κόσμος τῶν αὐτοκρατόρων, τῶν διωκτῶν, τῶν Νερώνων. Γιά φανταστῆτε τώρα τὸ χειμῶνα νὰ πάρῃς δώδεκα πρόβατα καὶ νὰ τὰ σπρώξῃς μέσα σ’ ἕνα ἄγριο δάσος γεμᾶτο λύκους. Τί περιμένετε, ποιό θὰ εἶνε τὸ ἀποτέλεσμα; Ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ τὰ πρόβατα θὰ γίνουν βορὰ τῶν λύκων. Καὶ ὅμως ἐδῶ τὰ πρόβατα δὲν ἐξωλοθρεύθηκαν, ἀλλὰ καὶ νίκησαν τοὺς λύκους! Καὶ μόνο αὐτό; ἔκαναν καὶ τοὺς λύκους πρόβατα! Εἶνε ποτὲ δυνατὸν ὁ λύκος νὰ γίνῃ πρόβατο; Ἐν τούτοις ἔγινε· οἱ ἀπόστολοι κατώρθωσαν νὰ κάνουν Χριστιανοὺς καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς διῶκτες των.
Ποιά ἡ δύναμι τῆς Ἐκκλησίας; Φαίνεται, ὅτι παραπάνω ἀπὸ τὰ ὅπλα, τὰ χρήματα, τὴ σοφία, ὑπάρχει μιὰ ἄλλη δύναμι, ἀόρατη. Ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι· δὲ νικοῦν τὰ ὑλικὰ μέσα. Μιὰ χούφτα ἀνθρώπων κατώρθωσε νὰ νικήσῃ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. «Αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. 76,11). Ἀπὸ τὸν Ἐσταυρωμένο ἐκπορεύεται μία ἀήττητος δύναμις, ποὺ νικᾷ τὰ πάντα.
Ἐὰν λοιπὸν ἀποβλέψουμε στὴν ἀρχὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἐὰν ἀποβλέψουμε στὴν ἐξάπλωσί της, ἐὰν δοῦμε τοὺς ἐχθροὺς ποὺ ἀντιμετώπισε, παντοῦ βλέπουμε τὸ θαῦμα. Ἀξιοθαύμαστη ἡ Ἐκκλησία μας, ἀήττητη. Κανείς δὲν μπόρεσε νὰ τὴν καταβάλῃ. Ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας εἶνε ἱστορία ἀλλεπαλλήλων θαυμάτων. Ἀναφέρω δύο μόνο.
Τί ἑορτάζουμε στὶς 25 Μαρτίου; Πῶς σώθηκε ἕνας λαὸς ποὺ ἦταν 400 χρόνια σκλάβος. Πῶς σώθηκε; Ἐρώτημα μεγάλο. Ἄλλα ἔθνη, μέσα σὲ 50 – 60 χρόνια δουλείας, ἀφωμοιώθηκαν καὶ ἔσβησαν. Πῶς ἐδῶ τέσσερις ὁλόκληροι αἰῶνες δὲν κατώρθωσαν νὰ διακόψουν τὴν ἱστορία τοῦ ἔθνους μας; Τί ἀπαντᾷ ἡ ἱστορία; ὄχι οἱ πλαστογράφοι τῆς ἱστορίας, ἀλλὰ ἡ πραγματικὴ ἱστορία; Καὶ οἱ λίθοι ἀκόμα καὶ οἱ πέτρες φωνάζουν, ὅτι τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων ἀνωρθώθηκε καὶ σώθηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὴ στάθηκε ἡ κιβωτός, μέσα στὴν ὁποία διατηρήθηκε. Αὐτὴ τὸ κράτησε στὶς ἀγκάλες της ὅπως ἡ μάνα τὸ νήπιο. Αὐτὸ ἔκανε τὸν ποιητὴ Κώστα Κρυστάλλη νὰ γράψῃ·
Ὦ Ἐκκλησία – «Θρησκεία! γλυκειὰ μάνα,
τί ὄμορφη δίνεις ἐσὺ λαλιὰ καὶ στὴν καμπάνα,
καὶ πόσο ἐκείνη ἡ λαλιὰ σαλεύει τὴν καρδιά μας!
Πόσες, ἐκεῖνος ὁ σταυρὸς ἀπ’ τὰ καμπαναριά μας,
στὴν ἀντηλιάδα χύνοντας τόσες χρυσὲς ἀχτῖδες,
χύνει βαθειά μας, στὴν ψυχή, γλυκὲς χρυσὲς ἐλπίδες!».
Θέλετε ἄλλο θαῦμα; ῾Ρίξτε ἕνα βλέμμα στὴ ῾Ρωσία. Τὸ 1917 ἔγινε τὸ πείραμα. Ἄθεο καθεστὼς ἔβαλε μπροστὰ νὰ ξεῤῥιζώσῃ τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ. Κάψανε, γκρεμίσανε, καταστρέψανε· ἔστειλαν σὲ στρατόπεδα, βασάνισαν, θανάτωσαν. Τελικὰ τί κατώρθωσαν; Στὸ Στάλινγκραντ καὶ στὴ Μόσχα λαὸς πολύς, καὶ ἄντρες καὶ παιδιὰ καὶ γέροντες, καὶ ἐπιστήμονες καὶ ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων, πηγαίνουν στὶς ἐκκλησίες καὶ πιστεύουν περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι πιστεύουμε ἐμεῖς. Ὦ Ἐκκλησία ἀήττητος! κανείς μὰ κανείς δὲ θὰ μπορέσῃ ποτὲ νὰ σὲ κλονίσῃ.
Ἑορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλὰ τί εἶνε Ἐκκλησία; Ἡ Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε τὸ κτήριο τοῦ ναοῦ· ὄχι. Τοὺς ναοὺς μπορεῖ μιὰ μέρα ἕνα ἄθεο καθεστὼς νὰ τοὺς γκρεμίσῃ, ὅπως ἔγινε στὴ Βόρειο Ἤπειρο ἐπὶ Ἐμβὲρ Χότζα. Ὁ ναὸς γκρεμίζεται, ἡ Ἐκκλησία δὲ γκρεμίζεται· ἐδῶ εἶνε ἡ μεγάλη διαφορά. Γιατὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶνε τὰ ντουβάρια· ἡ Ἐκκλησία εἶνε κάτι βαθύτερο καὶ ὑψηλότερο, κάτι ἅγιο καὶ πνευματικὸ καὶ ἀθάνατο. Ἡ Ἐκκλησία εἶνε τὸ σύνολο τῶν ψυχῶν ποὺ πιστεύουν. Τί πιστεύουν· ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶνε ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, ἕνας φιλόσοφος ἢ κοινωνιολόγος, ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἄνδρες τῆς ἱστορίας· ὁ Χριστὸς εἶνε παραπάνω ἀπὸ ἀγγέλους, ἀρχαγγέλους, ἁγίους, παραπάνω ἀπ’ ὅλο τὸν οὐράνιο κόσμο· εἶνε αὐτὸς ὁ Θεός. Αὐτὴ εἶνε ἡ πίστι μας, τὴν ὁποία διακηρύττει σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Καὶ ὅσοι πιστεύουν στὸ Χριστὸ ὡς Θεό, αὐτοὶ ἀποτελοῦν τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας του.
Ἡ Ἐκκλησία εἶνε τὸ βασίλειο – ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, τῆς ὁποίας «οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. 1,33 καὶ Σύμβ. πίστ.).
Ποιά ἦταν ἡ ἀρχή της; Ξεκίνησε ἀπὸ δώδεκα ψαρᾶδες. Σ’ αὐτοὺς εἶπε ὁ Χριστός· Σᾶς στέλνω νὰ σαλπίσετε τὸ κήρυγμά μου σὲ ὅλο τὸν κόσμο· ἕνα κήρυγμα ἀντίθετο μὲ τὶς ἐπιθυμίες τοῦ ὄχλου, συγκρουόμενο μὲ ὅλο τὸν ἀρχαῖο εἰδωλολατρικὸ κόσμο, ἀνατρεπτικὸ τοῦ κατεστημένου.
Πῶς ἔγινε ἡ ἐξάπλωσι τῆς Ἐκκλησίας; Ἐὰν ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὴν ἱστορία, θὰ δοῦμε ὅτι ὡρισμένοι ἵδρυσαν βασιλεῖες καὶ αὐτοκρατορίες μεγάλες, ὅπως εἶνε λόγου χάριν τὸ Μακεδονικὸ κράτος τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου, ἡ ῾Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία, τὸ κράτος τοῦ Μ. Ναπολέοντος, ποὺ ἔφθασαν ὣς τὰ πέρατα τῆς γῆς. Ἔφθασαν· ἀλλὰ πῶς ἔφθασαν; Ὁ μὲν Ἀλέξανδρος μὲ τὶς περίφημες φάλαγγες ποὺ ἐξώπλισε, ὁ Καῖσαρ μὲ τὶς λεγεῶνες του, ὁ Ναπολέων μὲ τὶς στρατιές του. Ἡ βασιλεία ὅμως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἐπεβλήθη μὲ ὅπλα. Πῶς ἁπλώθηκε; Ἐδῶ εἶνε τὸ θαυμαστό. Ποῦ εἶνε οἱ φάλαγγες, οἱ λεγεῶνες, τὰ στρατεύματά της; Ποῦ εἶνε τὰ ὅπλα καὶ τὰ πυροβόλα της;
Τί μέσα μεταχειρίστηκε λοιπόν; Χρῆμα; Οἱ ἀπόστολοι δὲν εἶχαν στὶς τσέπες τους τίποτα. Ὅπλα; Ἕνα σουγιᾶ εἶχε ὁ Πέτρος, καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ ἀπηγόρευσε νὰ τὸν ἔχῃ κι αὐτόν. Σοφία καὶ γνῶσι; Ἀγράμματοι ἦταν. Καὶ ὅμως, χωρὶς λεφτά, χωρὶς ὅπλα, χωρὶς γνώσεις καὶ ἐπιστῆμες, ξεκίνησαν οἱ δώδεκα ψαρᾶδες καὶ ἐξέτειναν στὸν κόσμο τὴν μεγαλυτέρα βασιλεία, τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας.
Τὶς δυσκολίες αὐτὲς τὶς γνώριζε ὁ Χριστός, γι᾿ αὐτὸ τοὺς εἶπε· «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων»· σᾶς στέλνω σὰν πρόβατα ἀνάμεσα σὲ λύκους (Ματθ. 10,16). Πρόβατα οἱ ἀπόστολοι, λύκοι ὁ κόσμος τῶν αὐτοκρατόρων, τῶν διωκτῶν, τῶν Νερώνων. Γιά φανταστῆτε τώρα τὸ χειμῶνα νὰ πάρῃς δώδεκα πρόβατα καὶ νὰ τὰ σπρώξῃς μέσα σ’ ἕνα ἄγριο δάσος γεμᾶτο λύκους. Τί περιμένετε, ποιό θὰ εἶνε τὸ ἀποτέλεσμα; Ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ τὰ πρόβατα θὰ γίνουν βορὰ τῶν λύκων. Καὶ ὅμως ἐδῶ τὰ πρόβατα δὲν ἐξωλοθρεύθηκαν, ἀλλὰ καὶ νίκησαν τοὺς λύκους! Καὶ μόνο αὐτό; ἔκαναν καὶ τοὺς λύκους πρόβατα! Εἶνε ποτὲ δυνατὸν ὁ λύκος νὰ γίνῃ πρόβατο; Ἐν τούτοις ἔγινε· οἱ ἀπόστολοι κατώρθωσαν νὰ κάνουν Χριστιανοὺς καὶ πολλοὺς ἀπὸ τοὺς διῶκτες των.
Ποιά ἡ δύναμι τῆς Ἐκκλησίας; Φαίνεται, ὅτι παραπάνω ἀπὸ τὰ ὅπλα, τὰ χρήματα, τὴ σοφία, ὑπάρχει μιὰ ἄλλη δύναμι, ἀόρατη. Ἂς μὴ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι· δὲ νικοῦν τὰ ὑλικὰ μέσα. Μιὰ χούφτα ἀνθρώπων κατώρθωσε νὰ νικήσῃ ὁλόκληρο τὸν κόσμο. «Αὕτη ἡ ἀλλοίωσις τῆς δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. 76,11). Ἀπὸ τὸν Ἐσταυρωμένο ἐκπορεύεται μία ἀήττητος δύναμις, ποὺ νικᾷ τὰ πάντα.
Ἐὰν λοιπὸν ἀποβλέψουμε στὴν ἀρχὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἐὰν ἀποβλέψουμε στὴν ἐξάπλωσί της, ἐὰν δοῦμε τοὺς ἐχθροὺς ποὺ ἀντιμετώπισε, παντοῦ βλέπουμε τὸ θαῦμα. Ἀξιοθαύμαστη ἡ Ἐκκλησία μας, ἀήττητη. Κανείς δὲν μπόρεσε νὰ τὴν καταβάλῃ. Ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας εἶνε ἱστορία ἀλλεπαλλήλων θαυμάτων. Ἀναφέρω δύο μόνο.
Τί ἑορτάζουμε στὶς 25 Μαρτίου; Πῶς σώθηκε ἕνας λαὸς ποὺ ἦταν 400 χρόνια σκλάβος. Πῶς σώθηκε; Ἐρώτημα μεγάλο. Ἄλλα ἔθνη, μέσα σὲ 50 – 60 χρόνια δουλείας, ἀφωμοιώθηκαν καὶ ἔσβησαν. Πῶς ἐδῶ τέσσερις ὁλόκληροι αἰῶνες δὲν κατώρθωσαν νὰ διακόψουν τὴν ἱστορία τοῦ ἔθνους μας; Τί ἀπαντᾷ ἡ ἱστορία; ὄχι οἱ πλαστογράφοι τῆς ἱστορίας, ἀλλὰ ἡ πραγματικὴ ἱστορία; Καὶ οἱ λίθοι ἀκόμα καὶ οἱ πέτρες φωνάζουν, ὅτι τὸ γένος τῶν Ἑλλήνων ἀνωρθώθηκε καὶ σώθηκε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Αὐτὴ στάθηκε ἡ κιβωτός, μέσα στὴν ὁποία διατηρήθηκε. Αὐτὴ τὸ κράτησε στὶς ἀγκάλες της ὅπως ἡ μάνα τὸ νήπιο. Αὐτὸ ἔκανε τὸν ποιητὴ Κώστα Κρυστάλλη νὰ γράψῃ·
Ὦ Ἐκκλησία – «Θρησκεία! γλυκειὰ μάνα,
τί ὄμορφη δίνεις ἐσὺ λαλιὰ καὶ στὴν καμπάνα,
καὶ πόσο ἐκείνη ἡ λαλιὰ σαλεύει τὴν καρδιά μας!
Πόσες, ἐκεῖνος ὁ σταυρὸς ἀπ’ τὰ καμπαναριά μας,
στὴν ἀντηλιάδα χύνοντας τόσες χρυσὲς ἀχτῖδες,
χύνει βαθειά μας, στὴν ψυχή, γλυκὲς χρυσὲς ἐλπίδες!».
Θέλετε ἄλλο θαῦμα; ῾Ρίξτε ἕνα βλέμμα στὴ ῾Ρωσία. Τὸ 1917 ἔγινε τὸ πείραμα. Ἄθεο καθεστὼς ἔβαλε μπροστὰ νὰ ξεῤῥιζώσῃ τὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ. Κάψανε, γκρεμίσανε, καταστρέψανε· ἔστειλαν σὲ στρατόπεδα, βασάνισαν, θανάτωσαν. Τελικὰ τί κατώρθωσαν; Στὸ Στάλινγκραντ καὶ στὴ Μόσχα λαὸς πολύς, καὶ ἄντρες καὶ παιδιὰ καὶ γέροντες, καὶ ἐπιστήμονες καὶ ἄνθρωποι τῶν γραμμάτων, πηγαίνουν στὶς ἐκκλησίες καὶ πιστεύουν περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι πιστεύουμε ἐμεῖς. Ὦ Ἐκκλησία ἀήττητος! κανείς μὰ κανείς δὲ θὰ μπορέσῃ ποτὲ νὰ σὲ κλονίσῃ.
* * *
Ἀγαπητοί μου!
Εἴμεθα παιδιὰ τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν εἴμεθα χιλιασταί, δὲν εἴμεθα μασόνοι, δὲν εἴμεθα ῥοταριανοί, δὲν εἴμεθα ὀπαδοὶ τοῦ ἀθέου ὑλισμοῦ, δὲ λατρεύουμε τὰ εἴδωλα. Ἀνήκουμε στὴν μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, στὴ μητέρα Ἐκκλησία.
Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Γράψατέ το· Ὅποιος τὰ βάζει μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, θὰ γίνῃ στάχτη. Θὰ ὁμολογήσῃ καὶ αὐτός· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε». Τὸ εἶπε ὁ Χριστὸς καὶ ὁ λόγος του εἶνε ἀληθινός· «Πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18). Ὅλοι οἱ δαίμονες δὲ μποροῦν νὰ κλονίσουν τὴν Ἐκκλησία.
Σ᾿ αὐτὴν ἀνήκουμε, καὶ εἴθε ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἀναδεικνύῃ πάντοτε πιστὰ καὶ ἀφωσιωμένα τέκνα της, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων· ἀμήν.
Εἴμεθα παιδιὰ τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδοξίας. Δὲν εἴμεθα χιλιασταί, δὲν εἴμεθα μασόνοι, δὲν εἴμεθα ῥοταριανοί, δὲν εἴμεθα ὀπαδοὶ τοῦ ἀθέου ὑλισμοῦ, δὲ λατρεύουμε τὰ εἴδωλα. Ἀνήκουμε στὴν μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, στὴ μητέρα Ἐκκλησία.
Τὸ συμπέρασμα ποιό εἶνε; Γράψατέ το· Ὅποιος τὰ βάζει μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, θὰ γίνῃ στάχτη. Θὰ ὁμολογήσῃ καὶ αὐτός· «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε». Τὸ εἶπε ὁ Χριστὸς καὶ ὁ λόγος του εἶνε ἀληθινός· «Πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16,18). Ὅλοι οἱ δαίμονες δὲ μποροῦν νὰ κλονίσουν τὴν Ἐκκλησία.
Σ᾿ αὐτὴν ἀνήκουμε, καὶ εἴθε ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἀναδεικνύῃ πάντοτε πιστὰ καὶ ἀφωσιωμένα τέκνα της, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Δείτε
ένα αρχειακό βίντεο από την περιφορά των Ιερών Εικόνων την Κυριακή της
Ορθοδοξίας του 2011 στην Ι.Μ. Δοχειαρίου Αγίου Όρους
Πηγη:Kranos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου