Παναγία Γοργοϋπήκοος, Ι.Μ. Δοχειαρίου Άγιον Όρος
Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΝΗΣΤΕΙΑ
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
Εἶπεν ὁ Κύριος· «Ὅταν δὲ νηστεύητε…» (Ματθ. 6,16)
ΣΗΜΕΡΑ,
ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ τελευταία ἡμέρα καταλύσεως. Αὔριο εἶνε ἡ ἀρχὴ
μιᾶς νέας περιόδου τῆς Ἐκκλησίας μας, περιόδου ἱερῶν ἀγώνων,
πνευματικῆς περισυλλογῆς καὶ καλλιεργείας. Ἀρχίζει ἡ ἁγία καὶ Μεγάλη
Τεσσαρακοστή. Ἂν εἶχα ἕνα πίνακα, θὰ ἔγραφα· Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἴσον
– τί; Πολλὰ ὡραῖα πράγματα καὶ πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα νηστεία.
Νηστεία;
Μόλις ἀκούσουν τὴ λέξι νηστεία, μερικοὶ ποὺ κάνουν τὸ μοντέρνο,
κοροϊδεύουν. Στὸν αἰῶνα αὐτόν, λένε, ἔρχεστε καὶ μιλᾶτε γιὰ νηστεία;…
Προσπαθοῦν νὰ πείσουν ὅλους, ὅτι ἡ νηστεία εἶνε διάταξις τῶν παπάδων·
τὴν ἔκαναν, λένε, οἱ παπᾶδες, γιὰ νὰ τρομοκρατοῦν καὶ νὰ ἐκμεταλλεύωνται
τὸ λαό. Τί ἔχουμε νὰ τοὺς ἀπαντήσουμε;
* * *
Ἡ
νηστεία δὲν εἶνε διαταγὴ τῶν παπάδων καὶ δεσποτάδων, δὲν εἶνε διαταγὴ
ἀνθρώπων· εἶνε ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Εἶνε ἡ πρώτη ἐντολὴ ποὺ ἐδόθη στὸν
ἄνθρωπο. Ἂν ἀνοίξετε τὴν ἁγία Γραφή, θὰ δῆτε στὴν ἀρχὴ τῆς Γενέσεως,
ὅτι ὁ Θεὸς τοποθέτησε τὸν πρῶτο ἄνθρωπο σ᾿ ἕνα ἐκλεκτὸ περιβάλλον,
μέσα στὸν παράδεισο, καὶ ἡ πρώτη ἐντολὴ ποὺ τοῦ ἔδωσε ποιά ἦταν· Εἶστε
ἐλεύθεροι νὰ κόβετε καρποὺς ἀπ᾿ ὅλα τὰ δέντρα, τὰ μυριάδες δέντρα· σὲ
ἕνα ὅμως δέντρο δὲν ἔχετε τὸ δικαίωμα νὰ πλησιάσετε· γιατὶ ἂν φᾶτε ἀπὸ
τὸ δέντρο αὐτό, «θανάτῳ ἀποθανεῖσθε» (Γέν. 2,17). Αὐτὴ εἶνε ἡ ἐντολή.
Ἦταν δύσκολη; Εὔκολη, πολὺ εὔκολη ἦταν· αὐτὸ μποροῦσε νὰ τὸ κάνῃ ὁ Ἀδάμ.
Ἐν τούτοις δὲν ἄκουσε τὸ Θεό, παρέβη τὴν ἐντολή του, καὶ ὡς συνέπεια
ἦρθε ἡ γνωστὴ συμφορὰ στὴν ἀνθρωπότητα.
Πρὸς
διόρθωσιν αὐτοῦ τοῦ κακοῦ ἄρχισαν ἔπειτα νὰ τηροῦν τὴν ἐντολὴ καὶ νὰ
νηστεύουν ὅσοι ἦταν στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Νήστεψε ὁ θεόπτης Μωυσῆς ποὺ
ἀξιώθηκε νὰ λάβῃ τὶς δέκα ἐντολὲς στὸ Σινά, νήστεψε ὁ Δαυῒδ ὁ
προφήτης καὶ βασιλεύς, νήστεψε ὁ Δανιὴλ καὶ οἱ Τρεῖς Παῖδες ἐν καμίνῳ,
νήστεψε ὁ Ἠλίας, νήστεψε ὁ ᾿Ιωάννης ὁ Πρόδρομος ποὺ ζοῦσε μὲ ἄγριο
μέλι καὶ ἀκρίδες, νήστεψαν ὅλοι.
Ἡ
νηστεία συναντᾶται καὶ ἐκτὸς τοῦ περιουσίου λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Δὲ νήστευαν
μόνο οἱ ᾿Ιουδαῖοι. Νήστευαν κι ἄλλα ἔθνη· καὶ Ἀσσύριοι, καὶ
Βαβυλώνιοι κ.ἄ.. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ νηστεία εἶνε ἕνας παγκόσμιος
θεσμός.
Περισσότερο
ἀπ’ ὅλους ὅμως νήστεψε – ποιός; Ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστός.
Σαράντα μέρες στὴν ἔρημο οὔτε ἔφαγε οὔτε ἤπιε. Καὶ πρὸς τιμὴν τοῦ
Κυρίου καὶ μίμησιν τῆς νηστείας του ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ὥρισε τὴ νηστεία
αὐτὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Πέρα
τώρα ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ ἡ νηστεία συνιστᾶται καὶ ἀπὸ τοὺς γιατρούς, ἀπὸ
τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Ἐπιστήμονες διεθνοῦς κύρους σὲ ἰατρικὰ συνέδρια
διεκήρυξαν, ὅτι τὴν ὑγεία βλάπτει ἡ πολυφαγία καὶ μάλιστα ἡ
κρεοφαγία. Κρεοφάγοι ἔγιναν τώρα οἱ ἄνθρωποι. Τόννοι κρέατος
καταναλίσκονται. Ὑπάρχει ὑποψία, ὅτι καὶ ὁ καρκίνος ἔχει σχέσι μὲ τὴν
κρεοφαγία. Κι ἄλλες ἀσθένειες αἰτία ἔχουν τὴν πολυφαγία. Ὅπως εἶπαν,
ὁ λαίμαργος καὶ κοιλιόδουλος «σκάβει τὸ λάκκο του μὲ τὸ πιρούνι καὶ τὸ
κουτάλι του».
Τόσο
σχετίζεται μὲ τὴν ἐπιβίωσι τοῦ ὀργανισμοῦ ἡ νηστεία, ὥστε κάποτε
νηστεύουν καὶ ζῷα ἀκόμα. Ἂν ἐπισκεφθῆτε ἕνα ζωολογικὸ κῆπο τὸ χειμῶνα,
μπορεῖ νὰ δῆτε λ.χ. τὴν ἀρκούδα νὰ μὴν τρώῃ· πέφτει σὲ χειμερία νάρκη
γιὰ τρεῖς – τέσσερις μῆνες. Φαίνεται, ὅτι ἡ νηστεία εἶνε ὠφέλιμη,
καθαρίζει τὸ πεπτικὸ σύστημα, ἀναπαύει κι ἀνανεώνει τὸν ὀργανισμὸ τοῦ
ζῴου, γιὰ νὰ ξυπνήσῃ πάλι τὴν ἄνοιξι μὲ τὰ κελαηδήματα τῶν ἀηδόνων.
Ἡ
νηστεία λοιπὸν συνιστᾶται ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφή, ἀπὸ τὸν Κύριον ἡμῶν
᾿Ιησοῦν Χριστόν, ἀπὸ τὴ φύσι καὶ τὴν ἐπιστήμη. Ἡ νηστεία τέλος εἶνε καὶ
ἕνα μέσο οἰκονομίας. Ζοῦμε σὲ δύσκολες ἐποχές· ὅλοι φωνάζουν οἰκονομία
οἰκονομία. Στὰ παλιὰ τὰ εὐλογημένα χρόνια, στὸ χωριό μου ἀλλὰ καὶ στὴ
Μακεδονία, κρέας ἔτρωγαν τρεῖς φορὲς τὸ χρόνο· ἦταν νηστευταί. Τώρα
γίναμε κρεοφάγοι· τόσο πολύ, ποὺ οὔτε Τετάρτη οὔτε Παρασκευὴ οὔτε
Μεγάλη Παρασκευὴ σταματοῦμε. Γέμισε ὁ τόπος ψησταριές. Ὅπως λέω, καὶ τὰ
χορτάρια νὰ γίνουν μοσχάρια, δὲ φτάνουν νὰ μᾶς θρέψουν. Γι’ αὐτὸ
εἰσάγουμε συνεχῶς κρέατα, τὸ συνάλλαγμα φεύγει ἔξω καὶ πλουτίζουμε
ἄλλους.
Καὶ
τὸ κράτος μας λέει ψέματα. Φωνάζουν «λιτότης» καὶ «οἰκονομία» καὶ
ἐπιβάλλουν φορολογίες βαρειές. Ἀλλά, γιὰ νὰ εἴμεθα συνεπεῖς, πρέπει
πρῶτα νὰ περικοποῦν ὅλα τὰ περιττὰ ἔξοδα, τὰ ἑκατομμύρια τῶν
ἑκατομμυρίων ποὺ πετοῦν οἱ διάφοροι δῆμοι (τῶν Πατρέων, τῶν Ἀθηναίων
κ.ἄ.) γιὰ τὸν καρνάβαλο…
Αὐτὰ εἶχα νὰ πῶ σὲ ὅσους ζητοῦν νὰ σβήσουν μὲ τὴ γομμολάστιχα τοῦ διαβόλου ἀπὸ τὸ λεξικὸ τῆς ἀνθρωπότητος τὴ λέξι νηστεία.
* * *
Ἡ
νηστεία εἶνε θεσμὸς ἱερός, ἔχει βαθειὲς ῥίζες, εἶνε ἀναγκαία ἀπὸ κάθε
πλευρά. Ἀλλὰ ποιά νηστεία; Νὰ κάνουμε διάκρισι. Ὅταν ἡ Ἐκκλησία λέῃ
νηστεία, δὲν ἐννοεῖ ν’ ἀπέχῃ μόνο τὸ λαρύγγι, τὸ στομάχι καὶ ἡ κοιλιὰ
ἀπὸ τὰ λεγόμενα τερψιλαρύγγια φαγητά. Δὲν ἀρκεῖ αὐτό. Τί ἄλλο
χρειάζεται; Τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ νὰ νηστέψῃ ὅλος ὁ ἄνθρωπος.
⃝ Νὰ
νηστέψῃ ἀπὸ ἁμαρτήματα σαρκικῶν ἀπολαύσεων. Τὰ παλιὰ τὰ χρόνια —μὴ
παρεξηγηθῶ ποὺ τὸ λέω—, ἔμπαινε νηστεία; τὰ ἀντρόγυνα δὲν πλησίαζαν ὁ
ἕνας τὸν ἄλλο. Ἅγια ἀντρόγυνα. Τώρα σμίγουν καὶ τὴ Μεγάλη Παρασκευή,
τίποτα δὲ σέβονται. Ἀλκοολικοί, κοιμοῦνται μεθυσμένοι μὲ τὶς γυναῖκες
τους κ’ ἔπειτα γεννοῦν ἀνάπηρα παιδιά. Τότε νήστευαν ὄχι μόνο ἀπὸ
φαγητὸ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ κάθε σαρκικὴ ἐπαφή, καὶ ζοῦσαν καὶ γεννοῦσαν
γερὰ παιδιά. Τὸ νὰ ἀπέχῃ ἡ γυναίκα ἀπὸ τὸν ἄντρα ἕνα διάστημα δημιουργεῖ
πιὸ εὔρωστη νέα γενεά. Τώρα γίνονται πράγματα κτηνώδη. Περάσαμε καὶ
τὰ ζῷα· αὐτὰ εἶνε πιὸ πειθαρχημένα, ἔχουν ὡρισμένη περίοδο ποὺ
πλησιάζει τὸ ἀρσενικὸ τὸ θηλυκὸ καὶ μετὰ ἠρεμοῦν. Νήστεψε λοιπόν,
ἐσὺ ἀντρόγυνο, τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες, περίμενε τὸ Πάσχα, νὰ
κοινωνήσῃς τὰ ἄχραντα μυστήρια, καὶ μετὰ ἐπανέρχεσθε στὰ συζυγικά.
⃝ Νὰ
νηστέψουν τὰ πόδια. Νὰ μὴν πηγαίνουν σὲ κέντρα ἁμαρτίας, πορνείας καὶ
μοιχείας· νὰ πηγαίνουν στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ, στὸν οἶκο τοῦ Κυρίου, καὶ νὰ
λέμε «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων…» (Ψαλμ. 83,1).
⃝ Νὰ νηστέψουν τὰ χέρια ἀπὸ κλοπές, ἁρπαγές, ψευδορκίες καὶ κάθε εἴδους ἀτιμία.
⃝ Νὰ
νηστέψουν τὰ μάτια ἀπ’ τὰ αἰσχρὰ θεάματα. Πόσο δύσκολη ἡ νηστεία αὐτή!
Ἂν δὲν τρῶς κρέας, ἀλλὰ «τρῶς» γυμνὲς σάρκες, δὲ νηστεύεις. Σαράντα
μέρες κλεῖσε τὴν τηλεόρασι. Ἂν πρόκειται νὰ εἶσαι ὧρες κάθε βράδυ στὴν
ὀθόνη, προτιμότερο νὰ μὴν εἶχες μάτια. Αὐτὸ εἶνε ὀφθαλμοπορνεία –
ὀφθαλμομοιχεία.
⃝ Νὰ
νηστέψουν τὰ αὐτιὰ ἀπὸ αἰσχρὰ λόγια καὶ τραγούδια. Δὲ μᾶς τά ᾿δωσε ὁ
Θεὸς γι’ αὐτό· μᾶς τά ᾽δωσε γιὰ ν’ ἀκοῦμε τὰ λόγια του.
⃝ Νὰ νηστέψῃ ἀκόμη – ποιός; Ἡ γλῶσσα ἀπὸ τὸ ψέμα, τὴ διαβολή, τὴ συκοφαντία, καὶ πρὸ παντὸς ἀπὸ τὴ βλασφημία. Νά ἁγία νηστεία.
⃝ Καὶ
τώρα ἡ πιὸ δύσκολη νηστεία – στὸ Ἅγιο Ὄρος τὴν κάνουν οἱ ἀσκηταί. Ποιά
εἶνε; Νὰ νηστέψῃς ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς· ἀπὸ λογισμοὺς πορνείας,
μοιχείας, ἐκδικήσεως, μίσους, ὑπερηφανείας, γαστριμαργίας, κ.λπ..
Αὐτὴ
εἶνε ἀληθινὴ νηστεία· νὰ νηστεύῃ ὁ ὅλος ἄνθρωπος, σῶμα καὶ ψυχή. Ἡ
νηστεία τῶν τροφῶν μόνο δὲν ἀρκεῖ. Ἀπ’ αὐτῆς τῆς πλευρᾶς ὁ διάβολος
εἶνε ὁ μεγαλύτερος νηστευτής! ὡς πνεῦμα ποὺ εἶνε, δὲν τρώει τίποτε. Τί
νὰ τὸ κάνῃς ὅμως; Ἔχει ὅλη τὴν κακία, καὶ γι’ αὐτὸ εἶνε στὴν κόλασι.
* * *
Τελειώνοντας,
θὰ συστήσω κάτι πιὸ συγκεκριμένο. Στοὺς ἄντρες λέω· νηστέψτε ἀπὸ
τσιγάρο. Καλὰ ἔκαναν αὐτοὶ ποὺ διέταξαν, πάνω στὰ πακέττα νὰ
ζωγραφίζεται ἕνας καρκίνος. Κάπνισε, σοῦ λέει, ἀλλὰ νὰ τὸ ξέρῃς θὰ
πάθῃς καρκίνο. Καὶ στὶς γυναῖκες λέω· νηστέψτε ἀπὸ κατάκρισι. Ἅμα
συναντηθοῦν δυὸ γυναῖκες, ἀρχίζει τὸ κοτσομπολιό. Μπρὸς λοιπόν! γιὰ νὰ
δῶ τί χριστιανοὶ εἶστε· καὶ θὰ χαρῶ πολύ, ἂν μάθω ὅτι ἀγωνίζεσθε.
Αὐτὸ
εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἀληθινὴ νηστεία. Ὡς πρὸς τοὺς ἀσθενεῖς βεβαίως ἡ
Ἐκκλησία μας εἶνε ἐπιεικής. Ὅταν κανεὶς εἶνε ἄρρωστος, τοῦ ἐπιτρέπει καὶ
Μεγάλη Ἑβδομάδα νὰ φάῃ. Εἶνε μάνα, ἔχει ἀγάπη καὶ στοργή. Γιὰ τὸν
ἄρρωστο, τὸ γάλα, τὸ βούτυρο, τὸ κρέας εἶνε φάρμακο. Χίλιες φορὲς νά
’νε γερὸς ὁ ἄνθρωπος καὶ νὰ νηστεύῃ· ὅταν ὅμως ἀσθενῇ, ἂς καταλύσῃ·
στοὺς ἀρρώστους ἐπιτρέπεται.
Ὅλοι
οἱ ἄλλοι, μικροὶ – μεγάλοι, ἄντρες γυναῖκες παιδιά, ἂς τηρήσουμε τὴ
νηστεία ὅπως τὴν περιέγραψα, «καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ εἰρήνης» θὰ
εἶνε μεθ᾿ ἡμῶν (Β΄ Κορ. 13,11)· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἡ ἐλεημοσύνη
Ομιλία του †Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου
Θὰ
σᾶς μιλήσω ἁπλᾶ, ἀγαπητοί μου, καὶ θὰ παρακαλέσω νὰ δώσετε
προσοχή.Ἤθελα σήμερα, ἂν μποροῦσα, νὰ κάνω τὰχέρια σας χρυσᾶ, νὰ τὰ κάνω
χέρια ἁγίων καὶ ἀγγέλων –τί χαρὰ θὰ ἦταν αὐτὸ καὶ γιὰ μένα! Μὰ πῶς εἶνε
δυνατὸν νὰ γίνῃ; Προσέξτε.
Ἀπὸ
αὔριο ἀρχίζει ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή,ποὺ χαρακτηρίζεται βέβαια ἀπὸ
νηστεία. Ἀλλὰ ἡ νηστεία πρέπει νὰ συνοδεύεται κι ἀπὸ ἄλλες ἀρετές, καὶ
κυρίως ἀπὸ τὴ συγχώρησι καὶ τὴν ἐλεημοσύνη. Γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη μίλησε
σήμερα ὁ Κύριος στὸ εὐαγγέλιο. Ἀπὸ ἀρνητικῆς πλευρᾶς εἶπε· «Μὴ
θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει,
καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι»· καὶ ἀπὸθετικῆς πλευρᾶς
εἶπε·«θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε
βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν»
(Ματθ. 6,19-20). Θὰ προσπαθήσω λοιπὸννὰ ζωγραφίσω μπροστά σας τὴν
ἐλεημοσύνη ὅπως τὴ διδάσκει τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο Εὐαγγέλιο.
Κατ᾽
ἀρχήν, ἀγαπητοί μου, νὰ ξεκαθαρίσο με τὸ ἔδαφος. Διότι ἡ ἐλεημοσύνη
σήμερα ἔχει ἐχθρούς, φανατικοὺς θεωρητικοὺς ἐχθρούς. Εἶνε, λένε, μιὰ
ἀνάξια πρᾶξι καὶ πρέπει νὰ σβηστῇ ἀπ᾽ τὸ λεξικό· εἶνε ἀρετὴ τῶν
ἀφεντάδων, ἀπομεινάρι τοῦ φεουδαρχισμοῦ· δὲν ἔχει θέσι στὸ σύγχρονο
κόσμο. Ἐμεῖς θέλουμε, λένε, νὰ φτειάξουμε μιὰ κοινωνία στὴν ὁποία δὲν θὰ
ὑπάρχῃ ἀνάγκη ἐλεημοσύνης, γιατὶ ἁπλούστατα δὲν θὰ ὑπάρχουν φτωχοί.
Σύνθημά
τους εἶνε· «Γιὰ ὅλους ψωμί, ροῦχο, φάρμακο, ἄνεσις». Ἀλλ᾽ ἐὰν αὐτὸ τὸ
λένε αὐτοὶ μιὰ φορά, ἐμεῖς τὸ λέμε χίλιες. Πόθος κάθε Χριστιανοῦ εἶνε νὰ
ἐπικρατήσῃ ἡ βασιλεία τῆς ἀγάπης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐλευθερίας· γι᾽
αὐτὸ λέμε στὸν οὐράνιο Πατέρα «Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου» (Ματθ. 6,10· καὶ
θ. Λειτ.) . Πρέπει ὅμως νὰ ὁμολογήσουμε, ὅτι τὰ μεγαλεπήβολα προγράματα
ποὺ ὑπόσχονται παγκόσμια εὐτυχία ὥστε ἡ ἐλεημοσύνη νὰ περιττεύῃ,
προσκρούουν σὲ ἕνα θλιβερὸ παράγοντα ποὺ τὰ ματαιώνει· κι αὐτὸς εἶνε ἡ
ἀνθρώπινη κακία. Ὅπου νὰ πᾶμε, σὲ ὁποοδήποτε καθεστώς, θὰ συναντήσουμε
τὸ φτωχό, τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ἀνάγκη. Ἔτσι ἀποδεικνύεται ἀληθινὸς ὁ
λόγος τοῦ Κυρίου ὅτι «Οὐ μὴ ἐκλί πῃ ἐνδεὴς ἀπὸ τῆς γῆς σου» (Δευτ.
15,11) ·μπορεῖ νὰ ἐλαττωθῇ ἡ δυστυχία, ἀλλὰ δὲν θὰ λείψῃ τελείως ὁ
φτωχὸς πάνω στὴ γῆ. Ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι «Τοὺς πτω χοὺς πάντοτε ἔχετε
μεθ᾽ ἑαυτῶν» , πάντα θὰ ὑπάρχουν φτωχοὶ δίπλα σας (Ματθ. 26,11) .
Συνεπῶς, ὅσο ὑπάρχουν φτωχοί, ἡ ἐλεημοσύνη θά ᾽νε ὁ ἥλιος ποὺ θερμαίνει
τὸν κόσμο.
Ἀλλ᾽
ὅταν λέμε ἐλεημοσύνη δὲν τὴν ἐννοοῦμε ὅπως ὁ κόσμος· τὴν ἐννοοοῦμε ὅπως
τὴν ἐννοεῖ τὸ Εὐαγγέλιο. «Ἐλεεῖτε» (Ἰδ. 22)· ναί, ἀλλὰ ἡ ἐλεημοσύνη
πρέπει νὰ εἶνε καθαρή . Ὅπως καὶ μιὰ σταγόνα δηλητήριο μέσα στὸ πιὸ
ἐκλεκτὸ φαγητὸ τὸ κάνει ἄχρηστο, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ σταγόνες
κακίας, ὅταν πέσουν μέσα στὴν ἐλεημοσύνη, τὴν ἀχρηστεύουν. Ἡ ἐλεημοσύνη
πρέπει νὰ εἶνε καθαρὴ πρῶτον ἀπὸ κλοπή, δεύτερον ἀπὸ ἀνηθικότητα, τρίτον
ἀπὸ κενοδοξία, καὶ τέταρτον ἀπὸ λύπη.⃝ Πρῶτον
καθαρὴ ἀπὸ κλοπή . Ὑπάρχουν ἄνθρωποι μὲ τεράστιες περιουσίες, ποὺ δὲν
τὶς ἀπέκτησαν μὲ τίμια μέσα. Μὲ τὸ Εὐαγγέλιο κανείς δὲν μπορεῖ νὰ
πλουτήσῃ. Καὶ τί κάνουν· ἀπὸ τὰ χίλια κλεμμένα, τὰ «νομίμως» κλεμμένα,
δίνουν τὸ ἕνα, καὶ ῥίχνουν «στάχτη στὰμάτια» τοῦ λαοῦ. Δὲν εἶνε αὐτὸ
ἐλεημοσύνη,εἶνε ὑποκρισία. Δὲν εἶπε ὁ Χριστὸς νὰ γδύσῃςτὸν ἕνα γιὰ νὰ
ντύσῃς τὸν ἄλλο. Ὅταν ἤμουν ἱεροκήρυκας στὴν Ἀκαρνανία, συνάντησα στὴν
ἐπαρχία τοῦ Βάλτου κάποιο λῃστή, ποὺ λυμαινόταν τὴν περιφέρεια (εἶχε
κλέψει, εἶχε κάψει, εἶχε σκοτώσει), καὶ μετὰ ἔκανε φιλανθρωπίες·ἔχτιζε
καμπαναριά, ἀφιέρωνε εἰκόνες, προίκιζε κορίτσια…· ἀπ᾽ τὰ κλεμμένα
σκόρπιζε ἕνα μέρος γιὰ ἐλεημοσύνη. Αὐτὴ ἡ ἐλεημοσύνη εἶνε λῃστρική, δὲν
εἶνε θεάρεστη. Δὲν μπορεῖς νὰ γδύνῃς τὸ λαό, νὰ παίρνῃς ἑκατομμύρια,
μετὰ νὰ ῥίχνῃς στὸ δίσκο τῆς ἐκκλησίας ἕνα χιλιάρικο, καὶ νὰ θέλῃς νὰ σ᾽
ἔχουν γιὰ εὐεργέτη.
⃝ Ἡ
ἐλεημοσύνη ἔπειτα πρέπει νά ᾽νε καθαρὴ ἀπὸ ἀνηθικότητα. Κάποιοι ὅλο τὸ
χρόνο εἶνε σκληροὶ καὶ ἀπάνθρωποι, καὶ τώρα τὶς ἀπόκριες γίνονται
φιλάνθρωποι! Τί κάνουν αὐτοί· διοργανώνουν «φιλανθρωπικοὺς» χορούς· ὑπὲρ
τῶν φυματικῶν, ὑπὲρ τῶν ἀναπήρων, ὑπὲρ τοῦ ἄλφα ἀσύλου, ὑπὲρ τοῦ βῆτα
ἱδρύματος. Οἱ ἄσπλαχνοι, τώρα λὲς καὶ ἀπέκτησαν φτερὰ ἀγγέλων κ᾽ εἶνε
ἕτοιμοι νὰ κάνουν ἐλεημοσύνη… Λάθος! Δὲν ἀπατώμεθα.
Τὸ
Εὐαγγέλιο δὲ σοῦ λέει, νὰ μαζέψῃς νέους καὶ νέες καὶ ν᾽ ἀρχίσετε ἐκεῖ
χοροὺς ποὺοὔτε οἱ ἄγριοι χορεύουν. Ὄχι, δὲν εἶνε δεκτὰ τὰ χρήματα αὐτά·
εἶνε «τριάκονταἀργύρια» ἀτιμίας καὶ διαφθορᾶς. Ἐὰν μία πόρνη ἀμετανόητη
–ὄχι μετανοημένη–ἔρθῃστὴν ἐκκλησία καὶ προσφέρῃ ἕνα καντήλι στὴν εἰκόνα
τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἱερεὺς δὲν τὸδέχεται· ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τὸ χαρακτηρίζει
«μίσθωμα πόρνης» (Δευτ. 23,19· πρβλ.Μιχ. 1,7. Παρ. 19,13)· μακριὰ
τέτοιο χρῆμα.⃝ Ἡ
ἐλεημοσύνη ἀκόμα πρέπει νὰ εἶνε καθαρὴ ἀπὸ κενοδοξία . Τὸ εἶπε ὁ
Κύριος· ἡ ἐλεημοσύνη εἶνε πρᾶξις μυστική, μία μυσταγωγία. Ὄχι λοιπὸν
ὅταν κάνῃς ἐλεημοσύνη νὰ τρέχῃς ἀμέσως στὴν ἐφημερίδα νὰ γραφῇ στὴ
στήλη,ὄχι νὰ γραφῇ τὸ ὄνομά σου στὴν πλάκα ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ἢ τὸ
ὀρφανοτροφεῖο κ.λπ..
Τὸ
Εὐαγγέλιο λέει «νὰ μὴ ξέρῃ τὸ ἀριστερό σου χέρι τί κάνει τὸ δεξί σου»
(Ματθ. 6,3) · οὔτε ἡ γυναί-κα σου νὰ μὴ γνωρίζῃ τὴν ἐλεημοσύνη σου.⃝Τέλος,
ἡ ἐλεημοσύνη νά ᾽νε καθαρὴ ἀπὸ λύπη. Τί θὰ πῇ αὐτό· ὅταν ἐλεῇς νὰ μὴ
λυπᾶσαι. «Ὁ Θεὸς ἀγαπᾷ αὐτὸν ποὺ δίνει μὲ χαρούμενο τὸ πρόσωπο» (Β΄ Κορ.
9,7) . Νὰ χαίρεσαι ὅπως ὅταν εἰσπράττεις τὸ μισθό σου καὶ ἀπείρως
περισσότερο . Νὰ κάνῃς τὴν ἐλεημοσύνη μὲ χαρά. Ὁ γεωργὸς ὅταν σκορπάει
τὸ σπόρο δὲ λυπᾶται· χαρὰ ἔχει, ἐλπίζει ὅτι ἕνα ἔσπειρε - ἑκατὸ θὰ
θερίσῃ. Κι ὅποιος καταθέτει στὴν τράπεζα τὸ κεφάλαιό του, δὲ λυπᾶται·
γιατὶ τὸ ποσὸ αὐτὸ θὰ τὸ πάρῃ μαζὶ μὲ τόκο. Κ᾽ ἐσὺ γεωργὸς καὶ καταθέτης
εἶσαι· χαρὰ νὰ ἔχῃς, γιατὶ αὐτὸ ποὺ δίνεις θὰ αὐξηθῇ. Ὑπάρχουν πολλὲς
τράπεζες, ἐγὼ θὰ σᾶς συστήσω μία· εἶνε τράπεζα οὐράνια, δὲν ὑπάρχει
κίνδυνος νὰ χρεωκοπήσῃ ποτέ, καὶ δίνει τὸ μεγαλύτερο ἐπιτόκιο. Εἶνε
τράπεζα ἀσφαλισμένη· κι ἂν ἡ γῆ κι ὁ οὐρανὸς διαλυθοῦν, αὐτὴ θὰ μείνῃ·
εἶνε ἡ τράπεζα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ φέρει τὴν ἐπιγραφὴ «Θησαυρίζε τε
θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ…»(ἔ.ἀ.). Ἐδῶ ἐμπιστευθῆτε τὶς καταθέσεις σας, καὶ νά
᾽στε βέβαιοι ὅτι μιὰ μέρα θὰ εἰσπράξετε ἑκατονταπλάσια ἀπὸ αὐτὰ ποὺ
δίνετε τώρα. –Αὐτά, παπούλη, νὰ πᾷς νὰ τὰ πῇς στοὺς πλουσίους, ὄχι σ᾽
ἐμᾶς· ἐμεῖς εἴμαστε φτωχοί.Ποιός τὸ λέει αὐτό; ποιός φωνάζει καὶ λέει
«Ἐγὼ εἶμαι φτωχός»; Ὅσο φτωχὸς καὶ νά ᾽σαι, δὲν εἶσαι πιὸ φτωχὸς ἀπὸ τὴ
χήρα ἐκείνη ποὺ εἶχε ἕνα δίλεπτο καὶ τό ᾽δωσε, καὶ ὁ Χριστὸς εἶ πε ὅτι
Ἄλλοι ἔδωσαν ἀπὸ τὸ περίσσευμά τους ἐνῷ αὐτὴ ἔδωσε ἀπὸ τὸ ὑστέρημά της
(βλ. Μᾶρκ. 12,42-44. Λουκ. 21,1-4) . Ποιός λέει πὼς εἶνε φτωχός; Ἐγὼ τὸν
βλέπω νὰ ἔχῃ τὸ χέρι σφιχτὸ ὅταν πρόκειται νὰ δώσῃ στὴν ἐκκλησιὰ καὶ
στὸ φιλόπτωχο, ἀλλοῦ ὅμως τὸν βλέπω νὰ σκορπάῃ.
Πόσα ξοδεύουν οἱ
ἄντρες γιὰ τὰ τσιγάρα τους; οἱ γυναῖκες, καὶ οἱ πιὸ φτωχιές, γιὰ τὰ
καλλυντικά τους; πόσαδίνουν γιὰ διασκεδάσεις, θεάματα, λαχεῖα καὶ τυχερὰ
παιχνίδια, γιὰ ματαιότητες; Τεράστια ποσά, μὲ τὰ ὁποῖα θὰ μποροῦσαν νὰ
γίνουν τόσα καλά. «Εἶμαι φτωχός»; Φτωχοὶ ἦταν καὶ οἱ πρῶτοι Χριστιανοί,
ἀλλὰ διαβάστε τὴν πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή, νὰ δῆτε τί λέει ὁ ἀπόστολος
Παῦλος γιὰ τὴ «λογία» (Α΄ Κορ. 16,1-2) . Εἶχαν σύνθημα «Νηστεύσωμεν, ἵνα
ἐλεήσωμεν» ! μιὰ μέρα τὸ μῆνα ἢ τὴ βδομάδα ὥριζαν νηστεία,τελεία
νηστεία, ἀπὸ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ δὲν ἔτρωγαν τίποτα, κι αὐτὰ ποὺ θὰ
ξώδευαν γιὰ φαγητὸ τά ᾽διναν γιὰ φιλανθρωπία.Ἄλλοι, μὴ ὀρθόδοξοι,
ἐφαρμόζουν τὸ σύνθημα αὐτό· ἐμεῖς, οἱ ἀπόγονοι ἁγίων καὶ μαρτύρων, τί
κάνουμε;
Ἡ
ἁγία Φιλοθέη π.χ., ποὺ εἶχε τεράστια περιουσία, στὰ χρόνια τῆς σκλαβιᾶς
τὰ σκόρπισε ὅλα καὶ ἔσωσε κόσμο ἀπὸτὴ δυστυχία. Ὁ ἄγγελος τῆς Ἑλλάδος
σήμερα κλαίει καὶ πενθεῖ· ῥίχνει μιὰ ματιὰ στὴν Ἀθήνα, στὴν Πάτρα, στὸ
Βόλο…, καὶ βλέπει ἕνα λαὸ νὰ ὀργιάζῃ, νὰ ξοδεύῃ τεράστια ποσά,νὰ δίνῃ
ἑκατομμύρια γιὰ τὸ διάβολο…
Θέλω,
ἀδελφοί μου, ὅπως σᾶς εἶπα, ἂν μπορέσω, νὰ κάνω τὰ χέρια σας χρυσᾶ. Καὶ
θὰ γίνουν χρυσᾶ, ἂν ἀνοίξουν σὲ ἐλεημοσύνη. Θὰ μ᾽ ἀκούσετε; Ἀλλὰ κι ἂν
δὲν μ᾽ ἀκούσετε, ἐγὼ τὸ χρέος μου τὸ ἔκανα. Λέει κάπου ἡ Ἀποκάλυψις·
Ὅταν φτάσῃ μέρα ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ βουλώ-σουν τ᾽ αὐτιά τους νὰ μὴν
ἀκοῦνε τὸν κήρυκατοῦ εὐαγγελίου, τότε θὰ σαλπίσουν «ἑπτὰ σάλπιγγες» (Ἀπ.
8,6 κ.ἑ.), καὶ τότε θ᾽ ἀνοίξουν ὅλα τ᾽ αὐτιά.Καὶ τώρα βαράει σάλπιγγα
στὴν Ἑλλάδα, σαλπίζει ὁ ἀρχάγγελος· καὶ ὅμως «οὐκ ἦν ἀκρόασις» (Γ΄ Βασ.
18,26) οὐδὲ μετάνοια ἀκόμη στὸν κόσμο…
Εὔχομαι
νὰ περάσετε τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἐν εἰρήνῃ, μετανοίᾳ, νηστείᾳ καὶ
ἐλεημοσύνῃ, γιὰ ν᾽ ἀξιωθοῦμε νὰ ἑορτάσουμε τὴν ἔνδοξη ἀνάστασι τοῦ
Σωτῆρος Χριστοῦ· ἀμήν
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
Νηστεία; Μόλις ἀκούσουν τὴ λέξι νηστεία, μερικοὶ ποὺ κάνουν τὸ μοντέρνο, κοροϊδεύουν. Στὸν αἰῶνα αὐτόν, λένε, ἔρχεστε καὶ μιλᾶτε γιὰ νηστεία;… Προσπαθοῦν νὰ πείσουν ὅλους, ὅτι ἡ νηστεία εἶνε διάταξις τῶν παπάδων· τὴν ἔκαναν, λένε, οἱ παπᾶδες, γιὰ νὰ τρομοκρατοῦν καὶ νὰ ἐκμεταλλεύωνται τὸ λαό. Τί ἔχουμε νὰ τοὺς ἀπαντήσουμε;
Πρὸς διόρθωσιν αὐτοῦ τοῦ κακοῦ ἄρχισαν ἔπειτα νὰ τηροῦν τὴν ἐντολὴ καὶ νὰ νηστεύουν ὅσοι ἦταν στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Νήστεψε ὁ θεόπτης Μωυσῆς ποὺ ἀξιώθηκε νὰ λάβῃ τὶς δέκα ἐντολὲς στὸ Σινά, νήστεψε ὁ Δαυῒδ ὁ προφήτης καὶ βασιλεύς, νήστεψε ὁ Δανιὴλ καὶ οἱ Τρεῖς Παῖδες ἐν καμίνῳ, νήστεψε ὁ Ἠλίας, νήστεψε ὁ ᾿Ιωάννης ὁ Πρόδρομος ποὺ ζοῦσε μὲ ἄγριο μέλι καὶ ἀκρίδες, νήστεψαν ὅλοι.
Ἡ νηστεία συναντᾶται καὶ ἐκτὸς τοῦ περιουσίου λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Δὲ νήστευαν μόνο οἱ ᾿Ιουδαῖοι. Νήστευαν κι ἄλλα ἔθνη· καὶ Ἀσσύριοι, καὶ Βαβυλώνιοι κ.ἄ.. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ νηστεία εἶνε ἕνας παγκόσμιος θεσμός.
Περισσότερο ἀπ’ ὅλους ὅμως νήστεψε – ποιός; Ὁ Κύριος ἡμῶν ᾿Ιησοῦς Χριστός. Σαράντα μέρες στὴν ἔρημο οὔτε ἔφαγε οὔτε ἤπιε. Καὶ πρὸς τιμὴν τοῦ Κυρίου καὶ μίμησιν τῆς νηστείας του ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ὥρισε τὴ νηστεία αὐτὴ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Πέρα τώρα ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ ἡ νηστεία συνιστᾶται καὶ ἀπὸ τοὺς γιατρούς, ἀπὸ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη. Ἐπιστήμονες διεθνοῦς κύρους σὲ ἰατρικὰ συνέδρια διεκήρυξαν, ὅτι τὴν ὑγεία βλάπτει ἡ πολυφαγία καὶ μάλιστα ἡ κρεοφαγία. Κρεοφάγοι ἔγιναν τώρα οἱ ἄνθρωποι. Τόννοι κρέατος καταναλίσκονται. Ὑπάρχει ὑποψία, ὅτι καὶ ὁ καρκίνος ἔχει σχέσι μὲ τὴν κρεοφαγία. Κι ἄλλες ἀσθένειες αἰτία ἔχουν τὴν πολυφαγία. Ὅπως εἶπαν, ὁ λαίμαργος καὶ κοιλιόδουλος «σκάβει τὸ λάκκο του μὲ τὸ πιρούνι καὶ τὸ κουτάλι του».
Τόσο σχετίζεται μὲ τὴν ἐπιβίωσι τοῦ ὀργανισμοῦ ἡ νηστεία, ὥστε κάποτε νηστεύουν καὶ ζῷα ἀκόμα. Ἂν ἐπισκεφθῆτε ἕνα ζωολογικὸ κῆπο τὸ χειμῶνα, μπορεῖ νὰ δῆτε λ.χ. τὴν ἀρκούδα νὰ μὴν τρώῃ· πέφτει σὲ χειμερία νάρκη γιὰ τρεῖς – τέσσερις μῆνες. Φαίνεται, ὅτι ἡ νηστεία εἶνε ὠφέλιμη, καθαρίζει τὸ πεπτικὸ σύστημα, ἀναπαύει κι ἀνανεώνει τὸν ὀργανισμὸ τοῦ ζῴου, γιὰ νὰ ξυπνήσῃ πάλι τὴν ἄνοιξι μὲ τὰ κελαηδήματα τῶν ἀηδόνων.
Ἡ νηστεία λοιπὸν συνιστᾶται ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφή, ἀπὸ τὸν Κύριον ἡμῶν ᾿Ιησοῦν Χριστόν, ἀπὸ τὴ φύσι καὶ τὴν ἐπιστήμη. Ἡ νηστεία τέλος εἶνε καὶ ἕνα μέσο οἰκονομίας. Ζοῦμε σὲ δύσκολες ἐποχές· ὅλοι φωνάζουν οἰκονομία οἰκονομία. Στὰ παλιὰ τὰ εὐλογημένα χρόνια, στὸ χωριό μου ἀλλὰ καὶ στὴ Μακεδονία, κρέας ἔτρωγαν τρεῖς φορὲς τὸ χρόνο· ἦταν νηστευταί. Τώρα γίναμε κρεοφάγοι· τόσο πολύ, ποὺ οὔτε Τετάρτη οὔτε Παρασκευὴ οὔτε Μεγάλη Παρασκευὴ σταματοῦμε. Γέμισε ὁ τόπος ψησταριές. Ὅπως λέω, καὶ τὰ χορτάρια νὰ γίνουν μοσχάρια, δὲ φτάνουν νὰ μᾶς θρέψουν. Γι’ αὐτὸ εἰσάγουμε συνεχῶς κρέατα, τὸ συνάλλαγμα φεύγει ἔξω καὶ πλουτίζουμε ἄλλους.
Καὶ τὸ κράτος μας λέει ψέματα. Φωνάζουν «λιτότης» καὶ «οἰκονομία» καὶ ἐπιβάλλουν φορολογίες βαρειές. Ἀλλά, γιὰ νὰ εἴμεθα συνεπεῖς, πρέπει πρῶτα νὰ περικοποῦν ὅλα τὰ περιττὰ ἔξοδα, τὰ ἑκατομμύρια τῶν ἑκατομμυρίων ποὺ πετοῦν οἱ διάφοροι δῆμοι (τῶν Πατρέων, τῶν Ἀθηναίων κ.ἄ.) γιὰ τὸν καρνάβαλο…
Αὐτὰ εἶχα νὰ πῶ σὲ ὅσους ζητοῦν νὰ σβήσουν μὲ τὴ γομμολάστιχα τοῦ διαβόλου ἀπὸ τὸ λεξικὸ τῆς ἀνθρωπότητος τὴ λέξι νηστεία.
⃝ Νὰ νηστέψῃ ἀπὸ ἁμαρτήματα σαρκικῶν ἀπολαύσεων. Τὰ παλιὰ τὰ χρόνια —μὴ παρεξηγηθῶ ποὺ τὸ λέω—, ἔμπαινε νηστεία; τὰ ἀντρόγυνα δὲν πλησίαζαν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Ἅγια ἀντρόγυνα. Τώρα σμίγουν καὶ τὴ Μεγάλη Παρασκευή, τίποτα δὲ σέβονται. Ἀλκοολικοί, κοιμοῦνται μεθυσμένοι μὲ τὶς γυναῖκες τους κ’ ἔπειτα γεννοῦν ἀνάπηρα παιδιά. Τότε νήστευαν ὄχι μόνο ἀπὸ φαγητὸ ἀλλὰ καὶ ἀπὸ κάθε σαρκικὴ ἐπαφή, καὶ ζοῦσαν καὶ γεννοῦσαν γερὰ παιδιά. Τὸ νὰ ἀπέχῃ ἡ γυναίκα ἀπὸ τὸν ἄντρα ἕνα διάστημα δημιουργεῖ πιὸ εὔρωστη νέα γενεά. Τώρα γίνονται πράγματα κτηνώδη. Περάσαμε καὶ τὰ ζῷα· αὐτὰ εἶνε πιὸ πειθαρχημένα, ἔχουν ὡρισμένη περίοδο ποὺ πλησιάζει τὸ ἀρσενικὸ τὸ θηλυκὸ καὶ μετὰ ἠρεμοῦν. Νήστεψε λοιπόν, ἐσὺ ἀντρόγυνο, τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες, περίμενε τὸ Πάσχα, νὰ κοινωνήσῃς τὰ ἄχραντα μυστήρια, καὶ μετὰ ἐπανέρχεσθε στὰ συζυγικά.
⃝ Νὰ νηστέψουν τὰ πόδια. Νὰ μὴν πηγαίνουν σὲ κέντρα ἁμαρτίας, πορνείας καὶ μοιχείας· νὰ πηγαίνουν στὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ, στὸν οἶκο τοῦ Κυρίου, καὶ νὰ λέμε «Ὡς ἀγαπητὰ τὰ σκηνώματά σου, Κύριε τῶν δυνάμεων…» (Ψαλμ. 83,1).
⃝ Νὰ νηστέψουν τὰ χέρια ἀπὸ κλοπές, ἁρπαγές, ψευδορκίες καὶ κάθε εἴδους ἀτιμία.
⃝ Νὰ νηστέψουν τὰ μάτια ἀπ’ τὰ αἰσχρὰ θεάματα. Πόσο δύσκολη ἡ νηστεία αὐτή! Ἂν δὲν τρῶς κρέας, ἀλλὰ «τρῶς» γυμνὲς σάρκες, δὲ νηστεύεις. Σαράντα μέρες κλεῖσε τὴν τηλεόρασι. Ἂν πρόκειται νὰ εἶσαι ὧρες κάθε βράδυ στὴν ὀθόνη, προτιμότερο νὰ μὴν εἶχες μάτια. Αὐτὸ εἶνε ὀφθαλμοπορνεία – ὀφθαλμομοιχεία.
⃝ Νὰ νηστέψουν τὰ αὐτιὰ ἀπὸ αἰσχρὰ λόγια καὶ τραγούδια. Δὲ μᾶς τά ᾿δωσε ὁ Θεὸς γι’ αὐτό· μᾶς τά ᾽δωσε γιὰ ν’ ἀκοῦμε τὰ λόγια του.
⃝ Νὰ νηστέψῃ ἀκόμη – ποιός; Ἡ γλῶσσα ἀπὸ τὸ ψέμα, τὴ διαβολή, τὴ συκοφαντία, καὶ πρὸ παντὸς ἀπὸ τὴ βλασφημία. Νά ἁγία νηστεία.
⃝ Καὶ τώρα ἡ πιὸ δύσκολη νηστεία – στὸ Ἅγιο Ὄρος τὴν κάνουν οἱ ἀσκηταί. Ποιά εἶνε; Νὰ νηστέψῃς ἀπὸ πονηροὺς λογισμούς· ἀπὸ λογισμοὺς πορνείας, μοιχείας, ἐκδικήσεως, μίσους, ὑπερηφανείας, γαστριμαργίας, κ.λπ..
Αὐτὴ εἶνε ἀληθινὴ νηστεία· νὰ νηστεύῃ ὁ ὅλος ἄνθρωπος, σῶμα καὶ ψυχή. Ἡ νηστεία τῶν τροφῶν μόνο δὲν ἀρκεῖ. Ἀπ’ αὐτῆς τῆς πλευρᾶς ὁ διάβολος εἶνε ὁ μεγαλύτερος νηστευτής! ὡς πνεῦμα ποὺ εἶνε, δὲν τρώει τίποτε. Τί νὰ τὸ κάνῃς ὅμως; Ἔχει ὅλη τὴν κακία, καὶ γι’ αὐτὸ εἶνε στὴν κόλασι.
Αὐτὸ εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἀληθινὴ νηστεία. Ὡς πρὸς τοὺς ἀσθενεῖς βεβαίως ἡ Ἐκκλησία μας εἶνε ἐπιεικής. Ὅταν κανεὶς εἶνε ἄρρωστος, τοῦ ἐπιτρέπει καὶ Μεγάλη Ἑβδομάδα νὰ φάῃ. Εἶνε μάνα, ἔχει ἀγάπη καὶ στοργή. Γιὰ τὸν ἄρρωστο, τὸ γάλα, τὸ βούτυρο, τὸ κρέας εἶνε φάρμακο. Χίλιες φορὲς νά ’νε γερὸς ὁ ἄνθρωπος καὶ νὰ νηστεύῃ· ὅταν ὅμως ἀσθενῇ, ἂς καταλύσῃ· στοὺς ἀρρώστους ἐπιτρέπεται.
Ὅλοι οἱ ἄλλοι, μικροὶ – μεγάλοι, ἄντρες γυναῖκες παιδιά, ἂς τηρήσουμε τὴ νηστεία ὅπως τὴν περιέγραψα, «καὶ ὁ Θεὸς τῆς ἀγάπης καὶ εἰρήνης» θὰ εἶνε μεθ᾿ ἡμῶν (Β΄ Κορ. 13,11)· ἀμήν.
Ἡ ἐλεημοσύνη
Ομιλία του †Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου
Θὰ σᾶς μιλήσω ἁπλᾶ, ἀγαπητοί μου, καὶ θὰ παρακαλέσω νὰ δώσετε προσοχή.Ἤθελα σήμερα, ἂν μποροῦσα, νὰ κάνω τὰχέρια σας χρυσᾶ, νὰ τὰ κάνω χέρια ἁγίων καὶ ἀγγέλων –τί χαρὰ θὰ ἦταν αὐτὸ καὶ γιὰ μένα! Μὰ πῶς εἶνε δυνατὸν νὰ γίνῃ; Προσέξτε.
Ἀπὸ αὔριο ἀρχίζει ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή,ποὺ χαρακτηρίζεται βέβαια ἀπὸ νηστεία. Ἀλλὰ ἡ νηστεία πρέπει νὰ συνοδεύεται κι ἀπὸ ἄλλες ἀρετές, καὶ κυρίως ἀπὸ τὴ συγχώρησι καὶ τὴν ἐλεημοσύνη. Γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη μίλησε σήμερα ὁ Κύριος στὸ εὐαγγέλιο. Ἀπὸ ἀρνητικῆς πλευρᾶς εἶπε· «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι»· καὶ ἀπὸθετικῆς πλευρᾶς εἶπε·«θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν» (Ματθ. 6,19-20). Θὰ προσπαθήσω λοιπὸννὰ ζωγραφίσω μπροστά σας τὴν ἐλεημοσύνη ὅπως τὴ διδάσκει τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο Εὐαγγέλιο.
Κατ᾽ ἀρχήν, ἀγαπητοί μου, νὰ ξεκαθαρίσο με τὸ ἔδαφος. Διότι ἡ ἐλεημοσύνη σήμερα ἔχει ἐχθρούς, φανατικοὺς θεωρητικοὺς ἐχθρούς. Εἶνε, λένε, μιὰ ἀνάξια πρᾶξι καὶ πρέπει νὰ σβηστῇ ἀπ᾽ τὸ λεξικό· εἶνε ἀρετὴ τῶν ἀφεντάδων, ἀπομεινάρι τοῦ φεουδαρχισμοῦ· δὲν ἔχει θέσι στὸ σύγχρονο κόσμο. Ἐμεῖς θέλουμε, λένε, νὰ φτειάξουμε μιὰ κοινωνία στὴν ὁποία δὲν θὰ ὑπάρχῃ ἀνάγκη ἐλεημοσύνης, γιατὶ ἁπλούστατα δὲν θὰ ὑπάρχουν φτωχοί.
Σύνθημά τους εἶνε· «Γιὰ ὅλους ψωμί, ροῦχο, φάρμακο, ἄνεσις». Ἀλλ᾽ ἐὰν αὐτὸ τὸ λένε αὐτοὶ μιὰ φορά, ἐμεῖς τὸ λέμε χίλιες. Πόθος κάθε Χριστιανοῦ εἶνε νὰ ἐπικρατήσῃ ἡ βασιλεία τῆς ἀγάπης, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐλευθερίας· γι᾽ αὐτὸ λέμε στὸν οὐράνιο Πατέρα «Ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου» (Ματθ. 6,10· καὶ θ. Λειτ.) . Πρέπει ὅμως νὰ ὁμολογήσουμε, ὅτι τὰ μεγαλεπήβολα προγράματα ποὺ ὑπόσχονται παγκόσμια εὐτυχία ὥστε ἡ ἐλεημοσύνη νὰ περιττεύῃ, προσκρούουν σὲ ἕνα θλιβερὸ παράγοντα ποὺ τὰ ματαιώνει· κι αὐτὸς εἶνε ἡ ἀνθρώπινη κακία. Ὅπου νὰ πᾶμε, σὲ ὁποοδήποτε καθεστώς, θὰ συναντήσουμε τὸ φτωχό, τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ἀνάγκη. Ἔτσι ἀποδεικνύεται ἀληθινὸς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ὅτι «Οὐ μὴ ἐκλί πῃ ἐνδεὴς ἀπὸ τῆς γῆς σου» (Δευτ. 15,11) ·μπορεῖ νὰ ἐλαττωθῇ ἡ δυστυχία, ἀλλὰ δὲν θὰ λείψῃ τελείως ὁ φτωχὸς πάνω στὴ γῆ. Ὁ Χριστὸς εἶπε ὅτι «Τοὺς πτω χοὺς πάντοτε ἔχετε μεθ᾽ ἑαυτῶν» , πάντα θὰ ὑπάρχουν φτωχοὶ δίπλα σας (Ματθ. 26,11) . Συνεπῶς, ὅσο ὑπάρχουν φτωχοί, ἡ ἐλεημοσύνη θά ᾽νε ὁ ἥλιος ποὺ θερμαίνει τὸν κόσμο.
Ἀλλ᾽ ὅταν λέμε ἐλεημοσύνη δὲν τὴν ἐννοοῦμε ὅπως ὁ κόσμος· τὴν ἐννοοοῦμε ὅπως τὴν ἐννοεῖ τὸ Εὐαγγέλιο. «Ἐλεεῖτε» (Ἰδ. 22)· ναί, ἀλλὰ ἡ ἐλεημοσύνη πρέπει νὰ εἶνε καθαρή . Ὅπως καὶ μιὰ σταγόνα δηλητήριο μέσα στὸ πιὸ ἐκλεκτὸ φαγητὸ τὸ κάνει ἄχρηστο, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ σταγόνες κακίας, ὅταν πέσουν μέσα στὴν ἐλεημοσύνη, τὴν ἀχρηστεύουν. Ἡ ἐλεημοσύνη πρέπει νὰ εἶνε καθαρὴ πρῶτον ἀπὸ κλοπή, δεύτερον ἀπὸ ἀνηθικότητα, τρίτον ἀπὸ κενοδοξία, καὶ τέταρτον ἀπὸ λύπη.⃝ Πρῶτον καθαρὴ ἀπὸ κλοπή . Ὑπάρχουν ἄνθρωποι μὲ τεράστιες περιουσίες, ποὺ δὲν τὶς ἀπέκτησαν μὲ τίμια μέσα. Μὲ τὸ Εὐαγγέλιο κανείς δὲν μπορεῖ νὰ πλουτήσῃ. Καὶ τί κάνουν· ἀπὸ τὰ χίλια κλεμμένα, τὰ «νομίμως» κλεμμένα, δίνουν τὸ ἕνα, καὶ ῥίχνουν «στάχτη στὰμάτια» τοῦ λαοῦ. Δὲν εἶνε αὐτὸ ἐλεημοσύνη,εἶνε ὑποκρισία. Δὲν εἶπε ὁ Χριστὸς νὰ γδύσῃςτὸν ἕνα γιὰ νὰ ντύσῃς τὸν ἄλλο. Ὅταν ἤμουν ἱεροκήρυκας στὴν Ἀκαρνανία, συνάντησα στὴν ἐπαρχία τοῦ Βάλτου κάποιο λῃστή, ποὺ λυμαινόταν τὴν περιφέρεια (εἶχε κλέψει, εἶχε κάψει, εἶχε σκοτώσει), καὶ μετὰ ἔκανε φιλανθρωπίες·ἔχτιζε καμπαναριά, ἀφιέρωνε εἰκόνες, προίκιζε κορίτσια…· ἀπ᾽ τὰ κλεμμένα σκόρπιζε ἕνα μέρος γιὰ ἐλεημοσύνη. Αὐτὴ ἡ ἐλεημοσύνη εἶνε λῃστρική, δὲν εἶνε θεάρεστη. Δὲν μπορεῖς νὰ γδύνῃς τὸ λαό, νὰ παίρνῃς ἑκατομμύρια, μετὰ νὰ ῥίχνῃς στὸ δίσκο τῆς ἐκκλησίας ἕνα χιλιάρικο, καὶ νὰ θέλῃς νὰ σ᾽ ἔχουν γιὰ εὐεργέτη.
⃝ Ἡ ἐλεημοσύνη ἔπειτα πρέπει νά ᾽νε καθαρὴ ἀπὸ ἀνηθικότητα. Κάποιοι ὅλο τὸ χρόνο εἶνε σκληροὶ καὶ ἀπάνθρωποι, καὶ τώρα τὶς ἀπόκριες γίνονται φιλάνθρωποι! Τί κάνουν αὐτοί· διοργανώνουν «φιλανθρωπικοὺς» χορούς· ὑπὲρ τῶν φυματικῶν, ὑπὲρ τῶν ἀναπήρων, ὑπὲρ τοῦ ἄλφα ἀσύλου, ὑπὲρ τοῦ βῆτα ἱδρύματος. Οἱ ἄσπλαχνοι, τώρα λὲς καὶ ἀπέκτησαν φτερὰ ἀγγέλων κ᾽ εἶνε ἕτοιμοι νὰ κάνουν ἐλεημοσύνη… Λάθος! Δὲν ἀπατώμεθα.
Τὸ Εὐαγγέλιο δὲ σοῦ λέει, νὰ μαζέψῃς νέους καὶ νέες καὶ ν᾽ ἀρχίσετε ἐκεῖ χοροὺς ποὺοὔτε οἱ ἄγριοι χορεύουν. Ὄχι, δὲν εἶνε δεκτὰ τὰ χρήματα αὐτά· εἶνε «τριάκονταἀργύρια» ἀτιμίας καὶ διαφθορᾶς. Ἐὰν μία πόρνη ἀμετανόητη –ὄχι μετανοημένη–ἔρθῃστὴν ἐκκλησία καὶ προσφέρῃ ἕνα καντήλι στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἱερεὺς δὲν τὸδέχεται· ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ τὸ χαρακτηρίζει «μίσθωμα πόρνης» (Δευτ. 23,19· πρβλ.Μιχ. 1,7. Παρ. 19,13)· μακριὰ τέτοιο χρῆμα.⃝ Ἡ ἐλεημοσύνη ἀκόμα πρέπει νὰ εἶνε καθαρὴ ἀπὸ κενοδοξία . Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· ἡ ἐλεημοσύνη εἶνε πρᾶξις μυστική, μία μυσταγωγία. Ὄχι λοιπὸν ὅταν κάνῃς ἐλεημοσύνη νὰ τρέχῃς ἀμέσως στὴν ἐφημερίδα νὰ γραφῇ στὴ στήλη,ὄχι νὰ γραφῇ τὸ ὄνομά σου στὴν πλάκα ἔξω ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ἢ τὸ ὀρφανοτροφεῖο κ.λπ..
Τὸ Εὐαγγέλιο λέει «νὰ μὴ ξέρῃ τὸ ἀριστερό σου χέρι τί κάνει τὸ δεξί σου» (Ματθ. 6,3) · οὔτε ἡ γυναί-κα σου νὰ μὴ γνωρίζῃ τὴν ἐλεημοσύνη σου.⃝Τέλος, ἡ ἐλεημοσύνη νά ᾽νε καθαρὴ ἀπὸ λύπη. Τί θὰ πῇ αὐτό· ὅταν ἐλεῇς νὰ μὴ λυπᾶσαι. «Ὁ Θεὸς ἀγαπᾷ αὐτὸν ποὺ δίνει μὲ χαρούμενο τὸ πρόσωπο» (Β΄ Κορ. 9,7) . Νὰ χαίρεσαι ὅπως ὅταν εἰσπράττεις τὸ μισθό σου καὶ ἀπείρως περισσότερο . Νὰ κάνῃς τὴν ἐλεημοσύνη μὲ χαρά. Ὁ γεωργὸς ὅταν σκορπάει τὸ σπόρο δὲ λυπᾶται· χαρὰ ἔχει, ἐλπίζει ὅτι ἕνα ἔσπειρε - ἑκατὸ θὰ θερίσῃ. Κι ὅποιος καταθέτει στὴν τράπεζα τὸ κεφάλαιό του, δὲ λυπᾶται· γιατὶ τὸ ποσὸ αὐτὸ θὰ τὸ πάρῃ μαζὶ μὲ τόκο. Κ᾽ ἐσὺ γεωργὸς καὶ καταθέτης εἶσαι· χαρὰ νὰ ἔχῃς, γιατὶ αὐτὸ ποὺ δίνεις θὰ αὐξηθῇ. Ὑπάρχουν πολλὲς τράπεζες, ἐγὼ θὰ σᾶς συστήσω μία· εἶνε τράπεζα οὐράνια, δὲν ὑπάρχει κίνδυνος νὰ χρεωκοπήσῃ ποτέ, καὶ δίνει τὸ μεγαλύτερο ἐπιτόκιο. Εἶνε τράπεζα ἀσφαλισμένη· κι ἂν ἡ γῆ κι ὁ οὐρανὸς διαλυθοῦν, αὐτὴ θὰ μείνῃ· εἶνε ἡ τράπεζα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ φέρει τὴν ἐπιγραφὴ «Θησαυρίζε τε θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ…»(ἔ.ἀ.). Ἐδῶ ἐμπιστευθῆτε τὶς καταθέσεις σας, καὶ νά ᾽στε βέβαιοι ὅτι μιὰ μέρα θὰ εἰσπράξετε ἑκατονταπλάσια ἀπὸ αὐτὰ ποὺ δίνετε τώρα. –Αὐτά, παπούλη, νὰ πᾷς νὰ τὰ πῇς στοὺς πλουσίους, ὄχι σ᾽ ἐμᾶς· ἐμεῖς εἴμαστε φτωχοί.Ποιός τὸ λέει αὐτό; ποιός φωνάζει καὶ λέει «Ἐγὼ εἶμαι φτωχός»; Ὅσο φτωχὸς καὶ νά ᾽σαι, δὲν εἶσαι πιὸ φτωχὸς ἀπὸ τὴ χήρα ἐκείνη ποὺ εἶχε ἕνα δίλεπτο καὶ τό ᾽δωσε, καὶ ὁ Χριστὸς εἶ πε ὅτι Ἄλλοι ἔδωσαν ἀπὸ τὸ περίσσευμά τους ἐνῷ αὐτὴ ἔδωσε ἀπὸ τὸ ὑστέρημά της (βλ. Μᾶρκ. 12,42-44. Λουκ. 21,1-4) . Ποιός λέει πὼς εἶνε φτωχός; Ἐγὼ τὸν βλέπω νὰ ἔχῃ τὸ χέρι σφιχτὸ ὅταν πρόκειται νὰ δώσῃ στὴν ἐκκλησιὰ καὶ στὸ φιλόπτωχο, ἀλλοῦ ὅμως τὸν βλέπω νὰ σκορπάῃ.
Πόσα ξοδεύουν οἱ ἄντρες γιὰ τὰ τσιγάρα τους; οἱ γυναῖκες, καὶ οἱ πιὸ φτωχιές, γιὰ τὰ καλλυντικά τους; πόσαδίνουν γιὰ διασκεδάσεις, θεάματα, λαχεῖα καὶ τυχερὰ παιχνίδια, γιὰ ματαιότητες; Τεράστια ποσά, μὲ τὰ ὁποῖα θὰ μποροῦσαν νὰ γίνουν τόσα καλά. «Εἶμαι φτωχός»; Φτωχοὶ ἦταν καὶ οἱ πρῶτοι Χριστιανοί, ἀλλὰ διαβάστε τὴν πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή, νὰ δῆτε τί λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὴ «λογία» (Α΄ Κορ. 16,1-2) . Εἶχαν σύνθημα «Νηστεύσωμεν, ἵνα ἐλεήσωμεν» ! μιὰ μέρα τὸ μῆνα ἢ τὴ βδομάδα ὥριζαν νηστεία,τελεία νηστεία, ἀπὸ τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ δὲν ἔτρωγαν τίποτα, κι αὐτὰ ποὺ θὰ ξώδευαν γιὰ φαγητὸ τά ᾽διναν γιὰ φιλανθρωπία.Ἄλλοι, μὴ ὀρθόδοξοι, ἐφαρμόζουν τὸ σύνθημα αὐτό· ἐμεῖς, οἱ ἀπόγονοι ἁγίων καὶ μαρτύρων, τί κάνουμε;
Ἡ ἁγία Φιλοθέη π.χ., ποὺ εἶχε τεράστια περιουσία, στὰ χρόνια τῆς σκλαβιᾶς τὰ σκόρπισε ὅλα καὶ ἔσωσε κόσμο ἀπὸτὴ δυστυχία. Ὁ ἄγγελος τῆς Ἑλλάδος σήμερα κλαίει καὶ πενθεῖ· ῥίχνει μιὰ ματιὰ στὴν Ἀθήνα, στὴν Πάτρα, στὸ Βόλο…, καὶ βλέπει ἕνα λαὸ νὰ ὀργιάζῃ, νὰ ξοδεύῃ τεράστια ποσά,νὰ δίνῃ ἑκατομμύρια γιὰ τὸ διάβολο…
Θέλω, ἀδελφοί μου, ὅπως σᾶς εἶπα, ἂν μπορέσω, νὰ κάνω τὰ χέρια σας χρυσᾶ. Καὶ θὰ γίνουν χρυσᾶ, ἂν ἀνοίξουν σὲ ἐλεημοσύνη. Θὰ μ᾽ ἀκούσετε; Ἀλλὰ κι ἂν δὲν μ᾽ ἀκούσετε, ἐγὼ τὸ χρέος μου τὸ ἔκανα. Λέει κάπου ἡ Ἀποκάλυψις· Ὅταν φτάσῃ μέρα ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ βουλώ-σουν τ᾽ αὐτιά τους νὰ μὴν ἀκοῦνε τὸν κήρυκατοῦ εὐαγγελίου, τότε θὰ σαλπίσουν «ἑπτὰ σάλπιγγες» (Ἀπ. 8,6 κ.ἑ.), καὶ τότε θ᾽ ἀνοίξουν ὅλα τ᾽ αὐτιά.Καὶ τώρα βαράει σάλπιγγα στὴν Ἑλλάδα, σαλπίζει ὁ ἀρχάγγελος· καὶ ὅμως «οὐκ ἦν ἀκρόασις» (Γ΄ Βασ. 18,26) οὐδὲ μετάνοια ἀκόμη στὸν κόσμο…
Εὔχομαι νὰ περάσετε τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἐν εἰρήνῃ, μετανοίᾳ, νηστείᾳ καὶ ἐλεημοσύνῃ, γιὰ ν᾽ ἀξιωθοῦμε νὰ ἑορτάσουμε τὴν ἔνδοξη ἀνάστασι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ· ἀμήν
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος-
ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΕΣ ΕΟΡΤΕΣ
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατήσωμεν,
μὴ κώμοις καὶ μέθαις, μὴ κοίταις καὶ ἀσελγείαις, μὴ ἔριδι καὶ ζήλῳ, ἀλλ᾽
ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ
ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» (῾Ρωμ. 13,13-14)
ΟΛΟΙ, ἀγαπητοί μου, γνωρίζουμε ὅτι στὰ παλιὰ τὰ χρόνια, προτοῦ νά ᾽ρθῃ ὁ
Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς στὸν κόσμο, οἱ ἄνθρωποι ἦταν
εἰδωλολάτρες.
Τί
θὰ πῇ εἰδωλολατρία. Δὲν μποροῦσαν νὰ ἐξηγήσουν διάφορα φυσικὰ φαινόμενα
καί, ἐν τῇ ἀγνοίᾳ τους, τὰ φαινόμενα αὐτὰ τὰ θεοποιοῦσαν. Ἔβλεπαν π.χ.
τὸν κεραυνὸ νὰ πέφτῃ καὶ νὰ καίῃ, καὶ εἶπαν· ἡ φωτιὰ εἶνε θεός.
Ἔβλεπαν τὸν ἥλιο νὰ λάμπῃ, καὶ εἶπαν· ὁ ἥλιος εἶνε θεός· καὶ μέχρι
σήμερα ὑπάρχουν λαοὶ ποὺ ἔχουν θεὸ τὸν ἥλιο ἢ λατρεύουν ὡς θεὸ τὴ φωτιά,
εἶνε πυρολάτρες. Ἄλλοι πάλι ἔβλεπαν τὸ νερὸ νὰ πλημμυρίζῃ, νὰ πνίγῃ
καὶ νὰ καταστρέφῃ, καὶ εἶπαν ὅτι τὸ νερὸ εἶνε θεὸς καὶ θεοποιοῦσαν
ποταμούς. Κι ὄχι μόνο φυσικὰ φαινόμενα, ἀλλὰ καὶ ἀνθρώπους ποὺ
διακρίνονταν γιὰ τὴ δύναμί τους τοὺς ὠνόμαζαν θεοὺς ἢ ἡμιθέους. Ὑπῆρχαν
ἀκόμα λαοὶ ―θὰ σᾶς φανῇ παράξενο― ποὺ λάτρευαν ὡς θεοὺς μεγάλα ἢ καὶ
μικρὰ ζῷα (τὸ λιοντάρι, τὸ βόδι, τὰ φίδια, τὶς γάτες, τοὺς σκύλους), καὶ
ἄλλοι ―ἀκόμα πιὸ παράξενο―, ποὺ ὡς θεὸ λάτρευαν καρπούς· τὰ σκόρδα, τὰ
κρεμμύδια, τὰ πράσα. Σ᾽ αὐτὸ τὸ κατάντημα εἶχε φτάσει ὁ κόσμος πρὸ
Χριστοῦ. Σκοτάδι! Πελεκοῦσαν διάφορα ὑλικὰ καὶ ἔκαναν ὁμοιώματα – εἴδωλα
ἀπὸ ξύλο, ἀσήμι ἢ χρυσάφι, τὰ ὠνόμαζαν θεοὺς καὶ τὰ προσκυνοῦσαν. Αὐτὴ
ἦταν ἡ πίστι τους.
Ὡς
πρὸς τὴ λατρεία, εἶχαν ἑορτὲς σὲ καθωρισμένες ἡμέρες. Τότε λάτρευαν
τοὺς θεούς τους. Καὶ πῶς τοὺς λάτρευαν; Σύμφωνα μὲ τὸ χαρακτῆρα τους –
καὶ συγχωρῆστε με γι᾽ αὐτὰ ποὺ θ᾽ ἀκούσετε τώρα.
Ὑπῆρχε
π.χ. μία θεότης ποὺ προστάτευε – τί; τὰ σαρκικὰ πάθη, τὴν πορνεία, τὴ
μοιχεία· ἦταν ἡ θεὰ Ἀφροδίτη. Πρὸς τιμήν της εἶχαν χτίσει ναὸ στὴν
Κόρινθο, τὸ ναὸ τῆς Ἀφροδίτης. Ἐκεῖ εἶχαν μαζέψει χίλιες διεφθαρμένες
γυναῖκες, ποὺ ἀσκοῦσαν γιὰ τοὺς λάτρεις τῆς θεᾶς τὴν πορνεία, ὡς
λατρεία δηλαδὴ τῆς Ἀφροδίτης. Καὶ ἔτσι, ἀπὸ τὶς ἄνομες ἐκεῖνες
εἰσπράξεις, πλούτιζε ὁ ναός. Ὑπῆρχε ἄλλη θεότης ποὺ προστάτευε – τί; τὴ
μέθη, τοὺς μεθύσους καὶ ἀσώτους· θεὸς τῆς μέθης ἦταν ὁ Βάκχος. Καὶ πῶς
τὸν ἑώρταζαν; Τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς του ἔπιναν κρασί, μεθοῦσαν καὶ
ἔκαναν ὄργια χωρὶς ἴχνος ντροπῆς. Οἱ γυναῖκες ἔβγαζαν τὰ γυναικεῖα
ροῦχα καὶ ντύνονταν ἀντρικά, οἱ ἄντρες ἔβγαζαν τὰ ἀντρικὰ καὶ
ντύνονταν γυναικεῖα. Πολλοὶ φοροῦσαν προβειὲς ἀπὸ τράγους, κρεμοῦσαν
στὸ λαιμὸ τραγοκούδουνα, ἔβγαιναν στοὺς δρόμους, χόρευαν ἀνήθικους
χορούς.
Ἔτσι
ἑώρταζαν οἱ ἀρχαῖοι, σύμφωνα μὲ τοὺς θεοὺς ποὺ εἶχαν. Καὶ δὲν μπορεῖς
νὰ τοὺς κατηγορήσῃς. Τέτοιοι ἦταν οἱ θεοί τους, τέτοιοι ἦταν κι αὐτοί.
Αὐτοὶ μάλιστα, μολονότι λάτρευαν ψεύτικους θεούς, κανένας τους δὲν
τολμοῦσε νὰ βλαστημήσῃ τὸ Βάκχο ἢ τὴν Ἀφροδίτη ἢ ἄλλο θεό. Τοὺς θεούς
τους ἐκεῖνοι τοὺς ἐσέβοντο, ἐνῷ ἐμεῖς…
* * *
Στὴν
κατάστασι αὐτὴ ζοῦσε ὁ κόσμος χιλιάδες χρόνια. Ἀλλ᾽ ἐπὶ τέλους ἦρθε τὸ
φῶς, ἦρθε ἡ ἡμέρα· ἔφυγε τὸ σκοτάδι, ἦρθε ὁ Χριστός. Καὶ ὁ Χριστὸς τί
ἔκανε; Ἀπεκάλυψε ποιός εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός. Δίδαξε τὸν κόσμο, ὅτι ὁ
Θεὸς ὁ ἀληθινὸς δὲν εἶνε πεπερασμένος ὅπως τὰ ὑλικὰ δημιουργήματα· δὲν
εἶνε ὁ ἥλιος, τὸ φεγγάρι, τ᾽ ἀστέρια· δὲν εἶνε τὰ ποτάμια, τὰ νερά, οἱ
λίμνες, ἡ θάλασσα· δὲν εἶνε τὰ σκυλιὰ καὶ τὰ γατιὰ καὶ τὰ σκόρδα. Ὁ
Θεὸς εἶνε ἕνας καὶ ἄπειρος· ὁ Θεὸς εἶνε «πνεῦμα», «καὶ τοὺς
προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ἰωάν.
4,24). Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ εἶνε ἀνάλογη μὲ
τὴ φύσι τοῦ Θεοῦ.
Συνεπῶς,
τὶς ἅγιες ἡμέρες τῶν ἑορτῶν οἱ Χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ διασκεδάζουν
ὅπως οἱ ἀρχαῖοι εἰδωλολάτρες. Καὶ ἀκούσαμε σήμερα τί συνιστᾷ ὁ
ἀπόστολος γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό. Μακριά, λέει, ἀπὸ καρναβαλικὲς
μεταμφιέσεις καὶ μεθύσια, μακριὰ ἀπὸ πορνεῖες καὶ ἀσέλγειες, μακριὰ ἀπὸ
ἔριδες κι ἀντιζηλίες· ντυθῆτε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ κι ἀφῆστε τὴ
μέριμνα πῶς νὰ ἱκανοποιήσετε τὶς σαρκικὲς ἐπιθυμίες (βλ. ῾Ρωμ.
13,13-14). Κατὰ τὸν σημερινὸ ἀπόστολο δηλαδή, δὲν πρέπει ἐμεῖς νὰ
ἑορτάζουμε σὰν τοὺς εἰδωλολάτρες τοῦ ἀρχαίου κόσμου.
* * *
Σήμερα ὅμως, τὴν ἅγια αὐτὴ ἡμέρα, τί γίνεται; Χιλιάδες αὐτοκίνητα
τρέχουν στοὺς δημοσίους δρόμους. Ποῦ πᾶνε; στὴν ἐκκλησιὰ νὰ λατρεύσουν
τὸ Θεό; Θεέ μου, πῶς δὲν πέφτουν ἀστροπελέκια νὰ κάψουν τὴν ἁμαρτωλή
μας γῆ! Ἀπὸ χθὲς βράδυ ὅλοι εἶνε μέσα στὰ κέντρα διασκεδάσεως. Καὶ τί
κάνουν; Ὅ,τι καὶ οἱ ἀρχαῖοι εἰδωλολάτρες. Μεταμφιέζονται καὶ ὀργιάζουν·
οἱ γυναῖκες ντύνονται ἄντρες καὶ οἱ ἄντρες γυναῖκες. Πίνουν,
χορεύουν αἰσχροὺς χορούς, λένε λόγια καὶ κάνουν πράγματα ποὺ
καταδικάζει ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἄνθρωποι λοιπὸν ποὺ ἐκδηλώνονται ἔτσι,
εἶνε Χριστιανοί; Αὐτοὶ εἶνε εἰδωλολάτρες, εἰδωλολάτρες μετὰ Χριστόν!
Ὅπως ὑπῆρχαν πρὸ Χριστοῦ χριστιανοί, ἔτσι σήμερα ὑπάρχουν μετὰ Χριστὸν
εἰδωλολάτρες, ἀφοῦ μιμοῦνται τρόπους τῶν ἀρχαίων εἰδωλολατρῶν.
Οἱ ὀρθόδοξοι πρόγονοί μας δὲν ἔκαναν τέτοια πράγματα. ῾Ρωτῆστε γέρους,
πρόσφυγες ποὺ ἦρθαν ἀπὸ τὴ Μικρὰ Ἀσία, τὸν Πόντο, τὴν Ἀνατολικὴ Θρᾴκη,
νὰ δῆτε πῶς ἑώρταζε ὁ χριστιανικὸς λαὸς τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες. Δὲν
ἤξεραν τί θὰ πῇ ταβέρνα. Ἐν συγκρίσει μ᾽ ἐμᾶς ἐκεῖνοι ἦταν ἅγιοι
ἄνθρωποι.
Τώρα; Ἄνοιξαν κέντρα ψυχαγωγίας ἢ μᾶλλον διαφθορᾶς. Ὅπως πάνω στὴν
κοπριὰ φυτρώνουν τὰ μανιτάρια, ἔτσι πάνω στὴν βρωμερὴ κοπριὰ τοῦ μαμωνᾶ
φύτρωσαν ἀμέτρητα νυχτερινὰ κέντρα. Καὶ ὅπως στὴν ἀρχαία Κόρινθο οἱ
ἱέρειες τῆς ἡδονῆς εἰσέπρατταν τεράστια ποσὰ γιὰ νὰ πλουτίζῃ ὁ ναὸς τῆς
Ἀφροδίτης, κατὰ παρόμοιο τρόπο στοὺς σημερινοὺς αὐτοὺς «ναοὺς» τῆς
Ἀφροδίτης ἔρχονται ἀπὸ διάφορα μέρη γυναῖκες ποὺ θεωροῦνται
καλλιτέχνιδες, τραγουδοῦν πορνικὰ τραγούδια, χορεύουν, καὶ διαφθείρουν
τὰ ἤθη καὶ τὴν εὐγένεια τοῦ λαοῦ μας. Οἱ «καλλιτέχνιδες» αὐτὲς εἶνε
ἀντροχωρίστρες, διαλύουν οἰκογένειες. Πλουτίζουν ἀπομυζώντας πολὺ
χρῆμα, τὸ ὁποῖο καταβάλλουν οἱ πελάτες τῶν κέντρων, ποὺ παραπονοῦνται
κατόπιν πὼς δὲν ἔχουν νὰ ζήσουν. Καὶ ἡ ἀστυνομία; Δὲν ἐπεμβαίνει. Ἀλλὰ
τί φταίει ἡ ἀστυνομία; Τὸ κράτος, μασονικὸ καὶ διεφθαρμένο, δὲν θέλει
νὰ περιστείλῃ τὸ κακό. Σὲ κανένα γειτονικὸ κράτος, οὔτε στὴ Βουλγαρία
οὔτε στὴ Σερβία οὔτε στὴ ῾Ρουμανία, δὲν συμβαίνουν τέτοια αἴσχη. Ἐδῶ
δαπανῶνται ἑκατομμύρια τῶν ἑκατομμυρίων γιὰ τὸν ἐκφυλισμὸ τοῦ γένους τῶν
Ἑλλήνων.
* * *
Τί πρέπει νὰ γίνῃ; Ἂν εἶχα ἐξουσία, μέσα σὲ μιὰ νύχτα θὰ ἔκλεινα ὅλα τὰ
κέντρα τῆς διαφθορᾶς. Καὶ αὐτὲς τὶς ταλαίπωρες γυναῖκες, ποὺ σὰν
νυχτερίδες ῥουφοῦν τὸ αἷμα τοῦ φτωχοῦ καὶ μαρτυρικοῦ ἀλλὰ ἄφρονος λαοῦ
μας, δὲν θέλω νὰ τὶς καταδικάσω. Εἶνε κι αὐτὲς συχνὰ θύματα τοῦ
κυκλώματος τῆς ἀνθρωπίνης ἐκμεταλλεύσεως, θύματα τοῦ μαμωνᾶ τῆς
ἀδικίας. Ὅλες τὶς γυναῖκες αὐτὲς θὰ τὶς πήγαινα σ᾽ ἕνα ἐρημονήσι, νὰ
πλυθοῦν ἐκεῖ καὶ νὰ καθαριστοῦν, νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν ἀτιμία, νὰ γίνουν
μητέρες καὶ νοικοκυρές, κι ὄχι νὰ ἔχῃ τώρα ἡ Ἑλλάδα μας τόσες πόρνες
ὅσες δὲν ἔχουν ὅλα τὰ Βαλκάνια μαζί.
Τὰ σκῆπτρα πάντως τῶν εἰδωλολατρικῶν ἑορτῶν τῶν ἡμερῶν αὐτῶν κατέχει ἡ
Πάτρα. Τί γίνεται ἐκεῖ δὲν περιγράφεται. Μαζεύονται χιλιάδες κόσμος,
φοροῦν μάσκες, χορεύουν, μεθοῦν, ὀργιάζουν δημοσίως, κυλιοῦνται στὸ
χῶμα… Λὲς καὶ εἶνε ἡ ἐποχὴ τοῦ Βάκχου. Ἑορτάζει ὁ Βάκχος καὶ ὄχι ὁ
Χριστός. Μία χρονιὰ ὅμως, τὸ 1978, ἐνῷ ἑώρταζαν τὰ προεόρτια τοῦ Βάκχου
τὴν Κυριακὴ τῶν Ἀπόκρεων καὶ ἔκαναν πρόβες στὸν καρνάβαλό τους, τί
ἔγινε; Ἐμένα ρωτᾶτε; Σεισμός· σείστηκε ἡ Πάτρα καὶ φώναζαν «Παναγιά!»
καὶ «Ἅγιε Ἀνδρέα!».
Ἔτσι φαίνεται πρέπει νὰ συμβῇ, διότι ξεπεράσαμε πλέον κάθε ὅριο·
κινδυνεύουμε νὰ γίνουμε Σόδομα καὶ Γόμορρα! Μὲ ἀστυνομίες, μὲ
εἰσαγγελεῖς, μὲ νομάρχες, μὲ δεσποτάδες, μὲ παπᾶδες, κινδυνεύει νὰ
σαπίσῃ ὁλόκληρη ἡ κοινωνία. Κανείς δὲν ἐξαιρεῖται ἀπὸ τὶς εὐθῦνες γιὰ
τὸ κατάντημα αὐτό.
Ταῦτα λέγω, ἀγαπητοί μου, καὶ εὔχομαι ἡ ἁγία αὐτὴ ἡμέρα νὰ περάσῃ ὅπως
θέλει ὁ Χριστός, καὶ ὄχι ὅπως θέλει ἡ Ἀφροδίτη καὶ ὁ Βάκχος καὶ οἱ ἄλλοι
ψεύτικοι θεοί.
Τὸ βράδυ, ποὺ θὰ γίνῃ ὁ κατανυκτικὸς ἑσπερινός, ἂς ἑτοιμαστοῦμε νὰ δώσουμε καὶ νὰ λάβουμε συγχώρησι ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλο.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγη:KRANOSGR
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου