Διεκδικούμε πολιτισμικά, εθνογραφικά και ιστορικά το Μοναστήρι, Γευγελή, Στρώμνιτσα, Κρούσοβο, Αχρίδα, Πετρίτσι, Άνω Τσουμαγιά, Ανατολική Ρωμυλία,Kωνσταντινούπολη,Μ.Ασία,Πόντο,Κύπρο,Β.Ήπειρο...

24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ ΗΜΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ




 Σκλάβοι μακριά απ᾽ το σπίτι του Πατέρα
                    Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιωτου
«Ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακρὰν …καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι» (Λουκ. 15,13-14)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ Κυριακὴ τοῦ Ἀ­σώτου. Ἀκούσαμε τὴν ἐξαίσια παραβολή, ποὺ εἶπε ὁ Κύριος ἡ­μῶν Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ ἡ ὁποία εἶνε ἄφθαστη σὲ νοήματα, ἀνεξ­άν­τλητη σὲ διδάγματα. Κάθε φράσι της δίνει ἀ­­φορμὴ νὰ σκεφτῇ κανεὶς πο­λύ, νὰ ἐμβαθύνῃ σὲ μεγάλες ἀλήθειες.
Ἂς προσέξουμε σήμερα τὰ λόγια ἐ­κεῖνα ποὺ λέει ὁ Κύριος γιὰ τὸν ἄσωτο καὶ τὰ ὁποῖα περιγράφουν τὴν κατάντια τοῦ νεαροῦ ἀποστά­του· «Ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακρὰν», λέει, καὶ ἐ­­κεῖ «αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι» (Λουκ. 15,13-14). Ἐγ­­κατέλειψε δηλαδὴ τὸ πατρικό του σπίτι, ὅ­που εἶχε ὅλα τ᾽ ἀγαθά, ταξίδεψε σὲ χώρα μακρι­νή, κ᾽ ἐκεῖ, ἀφοῦ δαπάνησε τὴν περιουσία ποὺ εἶ­χε πάρει ἀπὸ τὸν πατέρα του, ἔπεσε πλέον σὲ μεγάλη φτώχεια, τοῦ ἔ­λειψαν καὶ τὰ πιὸ ἀπαραίτητα, ὣς καὶ αὐτὸ τὸ ψωμί· ἔτσι ἀ­ναγκάστη­κε νὰ μπῇ στὴν ὑπηρεσία ἑνὸς ἀ­φέν­τη πλου­σίου καὶ νὰ γίνῃ χοιροβοσκός.



* * *
Στὸ πρόσωπο τοῦ Ἀσώτου, ἀγαπητοί μου, βλέπουμε ὅλοι τὸν ἑαυτό μας.
Κάποτε ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ κάθε ἀν­­­θρώπου, ἦταν κοντὰ στὸ Θεό· ἐκεῖ ἔνιωθε ἐ­λεύ­θε­ρη, ἀνέπνεε τὸ καθαρὸ ὀξυγόνο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἔ­πειτα ὅμως ἔφυγε ἀπὸ τὸ πατρικό της σπίτι, ἔφυγε σὰν τὸν ἄσωτο ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐ­αγγέλιο. Ὁ ἄνθρωπος ἔ­φυγε ἀπὸ τὸ σπίτι – τὸ παλάτι τοῦ Θεοῦ
Παλάτι τοῦ Θεοῦ εἶνε ἡ Ἐκκλησία. Σπίτι – οἶ­κος τοῦ Θεοῦ εἶνε ὁ ναός. Ἂν τὸ πιστεύῃς, τότε νά ᾽ρχεσαι· ἂν δὲν τὸ πιστεύῃς, ἀλ­λάζει τὸ πρᾶγμα, πήγαινε ὅ­που θέλεις. Ὁ ναὸς εἶνε σπίτι τοῦ Θεοῦ. «Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗ­τος…» (Γέν. 28,17). Ὁ χῶρος τοῦ ναοῦ, αὐτὸ τὸ τε­τράγωνο, δὲν εἶνε ὅπως κάθε ἄλλο οἰ­κόπεδο τῆς γῆς· εἶνε ἕνα κομμάτι τοῦ οὐρανοῦ, εἶνε ὁ οἶκος Κυρίου, τὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ.
Γιά ῥίξτε μιὰ ματιά, πόσοι εἶνε αὐτοὶ ποὺ ἔρχονται σήμερα στὴν ἐκκλησία, πόσοι εἶ­νε οἱ ἐκκλησιαζόμενοι; Κάθε ἐνορία ἔχει ἕναν ἀ­ριθμὸ ἐνοριτῶν, μικρὸ ἢ μεγάλο. Μερικὲς ἐν­ορίες ἔχουν χιλιάδες ἐνορῖτες. Πόσα σπίτια καὶ πόσες οἰκογένειες ἔχει ἡ ἐνορία σας; κι ἀπ᾽ αὐτὸ τὸ πλῆθος πόσοι μαζεύονται τὴν Κυ­ριακὴ γιὰ τὴ λειτουργία; Ἀπ᾽ ὅλα τὰ σπίτια, μικρὰ – μεγάλα, ποιοί βρίσκονται μέσα, πόσοι μεί­ναμε στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ; Γιά μετρηθῆτε. Οἱ πολλοὶ ἔφυγαν δυστυχῶς ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ πατέρα. Ἀπὸ τοὺς ἑκατὸ Χριστιανοὺς μόλις δυὸ – τρεῖς ἐκκλησιάζονται· οἱ ἄλλοι; Ἄσωτοι.
Μὰ κι αὐτοὶ πού ᾽νε μέσα εἶνε σὰν τὸν πρεσβύτερο υἱὸ τῆς παραβολῆς (Λουκ. 15,25), ποὺ δὲν εἶχε ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ἀδελφό του, δὲν τοῦ καιγόταν καρφί. Θὰ κολαστοῦμε ὅλοι, κι αὐ­τοὶ ποὺ εἶνε ἔξω ἀπ᾽ τὴν ἐκκλησία ἀλλὰ κ᾽ ἐ­μεῖς ποὺ λέμε πὼς εἴμαστε μέσα. Γιατὶ ποιός ἀ­πὸ μᾶς πονάει γιὰ τοὺς 98 ποὺ μένουν ἔ­ξω; Οὔτε παπᾶς οὔτε ἱεροκήρυκας οὔτε ἐπίτροπος οὔτε λαϊκός· δὲν μᾶς πονάει ποὺ ὁ να­ὸς μένει ἀδειανός. Εἶνε ἔ­λεγχος γιὰ μᾶς ὁ καταστη­­ματάρχης ἐκεῖνος, ποὺ βλέπει πὼς ἀραιώνει ἡ πελατεία του καὶ προσπαθεῖ νὰ τὴν αὐ­ξήσῃ, ἐνῷ ἐμᾶς δὲν μᾶς νοιάζει ἂν ἡ ἐκ­κλησία μένει ἀδειανή. Ἐσὺ ἔρ­χεσαι στὴν ἐκ­κλησία μόνος; Ὄχι, Χριστιανέ μου, δὲν θὰ ἔρ­χεσαι μόνος· νὰ πᾷς νὰ φέ­ρῃς καὶ τοὺς ἄλ­λους. Ὅταν πρόκειται γιὰ κινημα­τογράφο, φω­­νάζεις τὴ γειτονιὰ ὁλόκληρη νὰ ἔρθουν νὰ δοῦν τὸ ἔργο· ἀλλὰ ὑπάρχει πιὸ σπουδαῖο «ἔρ­­γο» ἀ­πὸ αὐτὸ τὸ μυστήριο ποὺ τελεῖται ἐδῶ;
Λοιπόν, ἀδελφοί μου, –γιὰ νὰ ἐπανέλθω– οἱ ἄνθρωποι ἔφυγαν ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ. Καὶ τώρα ποῦ εἶνε; Ἐμένα ρωτᾶτε; Ἂν πᾶτε αὐτὴ τὴν ὥ­­ρα ἔξω, θὰ τοὺς βρῆτε δεξιὰ κι ἀριστερά, σὲ διάφορα κέντρα, σὲ μεγάλα σπίτια ἢ σὲ καλύβες· παίζουν, πίνουν, κάνουν ὅλα αὐ­τὰ ποὺ γίνονται τώρα, ἀσωτεύουν. Γεμᾶτα τὰ σπίτια τοῦ διαβόλου, καὶ ἄδειασε τὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ.
Μακριὰ ὅμως ἀπὸ τὸ Θεὸ τί ὑπάρχει; Κάθε ψυχὴ ποὺ φεύγει ἀπὸ τὸ Θεὸ εἶ­νε σκλαβωμένη. Σκλάβα ἡ ψυχὴ κάτω ἀπὸ δι­άφορα πάθη· στὸ ἀλκοόλ, στὸ χαρτί, στὸ ποτήρι, στὴ μπάλλα, σὲ ὅλα τὰ πάθη καὶ τὶς ἀτιμίες. Ἀναστενάζει ἡ ψυχή. Ποιός θὰ τὴν ἐλευθε­ρώσῃ;
Σήμερα ἰδίως φθάσαμε πλέον στὸ ἀ­προχώρητο. Ἐγὼ φοβᾶμαι. Ἁμαρτωλὸς εἶμαι, «δὲν εἶ­­μαι ἄξιος νὰ φιλήσω τὰ πόδια σας», ὅ­πως ἔλεγε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ἀλλὰ πιστεύω στὸ Εὐαγγέλιο, τὸ χρυσὸ βιβλίο ποὺ εἶνε πάνω στὴν ἁ­γία τρά­πεζα, καὶ σᾶς λέω ὅτι, ἂν δὲν διορθωθοῦμε, ἀλλοίμονό μας. Ἀδειάσαμε τὰ χωριου­δάκια μας τὰ εὐλογημένα, τὶς καλυβοῦ­λες ποὺ ἔζησαν οἱ ἅγιοι παπποῦδες μας, φύγαμε καὶ χορτάριασαν οἱ αὐ­λές τους. Μαζευτήκαμε στὰ ἀστικὰ κέντρα, στὴ λακκού­βα τῆς ἁμαρτίας, μέσα σὲ μιὰ χαβούζα, ἑκατομμύρια μυρμήγ­κια καὶ σκουλήκια ἀκάθαρτα. Τί ἐπικρατεῖ στὰ μεγάλα κέν­τρα; Βασιλεύει ἡ ἁμαρτία, ἡ πορνεία. –Μὴ λὲς τέτοιες λέξεις, θὰ ποῦν μερικοὶ μοντέρνοι θεολόγοι, δὲν κάνει, σοκάρουν… Οἱ πράξεις σοκάρουν, ὄχι οἱ λέξεις. Σήμερα κυριαρχεῖ στὸν κόσμο ἡ πορνεία, τὸ πορνι­κὸ πνεῦμα. Τὸ λέει ἄλ­λωστε σήμερα τὸ ἴδιο τὸ εὐαγγέλιο (βλ. Λουκ. 15,30). Καὶ ἂν δὲν μετανοήσουμε, ἀ­­δελφοί μου, καμμιὰ νύχτα «ὁ ἐπιβλέπων ἐπὶ τὴν γῆν καὶ ποιῶν αὐτὴν τρέμειν, ὁ ἁπτόμενος τῶν ὀρέων καὶ καπνίζονται» (Ψαλμ. 103,32), θὰ μᾶς σείσῃ ἐκ θεμελίων, νὰ μὴ μείνῃ λίθος ἐπὶ λίθου γιὰ τ᾽ ἁμαρτήματά μας.
Οἱ μὲν γίναμε ἄσωτοι, ἀμετανόητοι ἄσωτοι, οἱ δὲ ἄλ­λοι εἴμαστε «πρεσβύτεροι ἀδελφοί» (Λουκ. 15,25), μὲ μιὰ ψυχὴ κακιὰ – μοχθηρή, ἀφοῦ δὲν ποθοῦμε νὰ δοῦμε καὶ τὸν ἄλλο κοντὰ στὸ Θεό, ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο μας τοῦ κλείνουμε τὴν πόρτα νὰ μὴ γυρίσῃ στὸ σπίτι τοῦ Πατέρα.
Κι ὅταν δὲν κλείνουμε τὴν πόρτα, πάν­­τως ἀδι­αφοροῦμε γι᾽ αὐτόν, δὲν μᾶς πονάει ἡ ὑ­πό­­θεσι τῆς σω­τηρίας του. Γιὰ παράδειγμα· ἐ­σὺ ὁ ἄντρας· ἦρθες μόνος σου σήμερα στὴν ἐκ­κλησία, γιατί δὲν ἔφερες καὶ τὴ γυναῖκα σου; ἐσὺ ἡ γυναίκα, ἦρθες μόνη σου στὴν ἐκκλησία, γιατί δὲν ἔ­φε­ρες καὶ τὸν ἄντρα σου; Γιά προσπάθησε. Ὅ­ταν θέλῃς, ἐσὺ ἡ γυναίκα, ἔχεις τρόπους νὰ τὸν ἐπηρεάζῃς. Κάποτε μά­λιστα, γιὰ ἄλλα θελήματα, τὸν κάνεις σκου­πίδι στὰ πόδια σου· στὸ ζήτημα αὐτὸ ὅμως δὲν ἐξήσκησες τὴν ἐπιρροή σου, ὥστε νὰ φέ­ρῃς τὸν ἄνθρωπό σου στὴν ἐκκλησία· τὸ ἴδιο κ᾽ ἐσὺ ὁ ἄντρας. Προσπαθῆστε ὅλοι, ὥστε νὰ φθάσετε νὰ ἐκκλησιάζεστε οἰκο­γενειακῶς, νὰ γίνῃ χα­ρὰ τῶν ἁγίων ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων.
Ἡ χαρὰ αὐτὴ φαίνεται μέσα στὴν παραβο­λὴ τοῦ Ἀσώτου. Ἀπὸ τὴ μεγάλη χαρά του, λέει, ὁ οὐράνιος Πατὴρ ἔσφαξε «τὸν μόσχον τὸν σι­τευτόν» (ἔ.ἀ. 15,23,27,30). Τὸ μοσχάρι τὸ σιτευ­τό, ποὺ ἔ­σφαξε καὶ παραθέτει καὶ μᾶς καλεῖ ὅ­λους στὸ τραπέζι, ποιό εἶνε; Εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰ­ησοῦς Χριστός. Ἐλᾶτε πάλι τὴ νύχτα τῆς Ἀνα­στάσεως. Ὄχι μόλις ἀκουστῇ τὸ «Χριστὸς ἀ­νέ­στη» ν᾽ ἀδειάσουν οἱ ἐκκλησίες· νὰ μείνῃς μέχρι τὸ τέλος τῆς λειτουργίας, καὶ τότε θ᾽ ἀ­κού­σῃς ἐκεῖνο τὸν λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστό­μου· «Ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάν­τες. Ὁ μόσχος πολύς, μηδείς ἐξέλθῃ πεινῶν». Ὁ «μόσχος ὁ σιτευτός», ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέ­λιο, εἶνε τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας.
* * *
Βλέπετε, ἀδελφοί μου, τὰ μεγαλεῖα τοῦ Χρι­στοῦ; Ὅταν καθήσῃς κάτω καὶ σκεφθῇς τὰ πράγματα αὐτά, ὅταν σκεφθῇς ὅτι μιὰ σταλα­γματιὰ ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔπεσε πάνω στὴν ἁμαρτωλὴ ψυχή μου καὶ στὴν ἁ­μαρτωλὴ ψυχή σου, ἔγινε πέλαγος καὶ Ἰορδάνης καὶ καταρράκτης Νιαγάρας καὶ ἔπλυνε τὰ ἁμαρτήματά μας, ὅταν τὰ σκεφθῇς αὐτά, ἡ καρδιά σου γεμίζει ἀπὸ εὐσπλαχνία, ἀπὸ ἀ­γάπη, ἀπὸ εὐγνωμοσύνη, καὶ λές· Χριστέ, σ᾽ εὐ­χαριστῶ. Πῶς ἀλλιῶς θὰ ξεπληρώσουμε, μὲ τί τρόπο θὰ δείξουμε τὴν ἀγάπη – τὴν εὐ­γνωμοσύνη μας στὸ Χριστό, μὲ ποιό μέσο; Ὄχι μιὰ ζωὴ ἀλλὰ καὶ χίλιες ζωὲς νὰ εἴχαμε καὶ νὰ τὶς θυσιάζαμε γιὰ τὸ Χριστό, δὲν ξεπληρώναμε τὸ χρέος ποὺ ἔχουμε ἀπέναντί του. Τί ζητάει ἀπὸ μᾶς; Νὰ ποῦμε ἕνα εὐχαριστῶ. Ἄνθρωπε· Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, δουλειά· ἔλα λοιπὸν τὴν Κυριακή, στάσου μιὰ ὥρα μέσα στὴν ἐκκλησιὰ καὶ πές· Χριστέ, σ᾽ εὐχαριστῶ.
Ὦ ἀδελφοί μου· ἂν δὲν μετανοήσουμε σὰν τὸν ἄσωτο, ἂν δὲν ποῦμε τὸ «Ἥμαρτον» (ἔ.ἀ. 15,18,21), ἂν δὲν ποῦμε τὸ «Μνήσθητί μου…» (ἔ.ἀ. 23,42), καμμιὰ νύχτα, ἐκεῖ ποὺ κοιμώμαστε, σπίτια παλάτια δικαστήρια στρατῶνες, τὰ πάντα, θὰ γίνουν γῆς Μαδιάμ. Ἂς προλάβουμε, ἂς με­τανοήσουμε, ἂς πέσουμε στὰ γόνατα ὅλοι, μικροὶ καὶ μεγάλοι, νὰ ζητήσουμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅπως ὁ ἄσωτος εἶπε τὸ «Ἥμαρτον», νὰ ποῦμε κ᾽ ἐμεῖς «Χριστέ, ἥμαρτον· ἥ­μαρτον, Χριστέ»· ἵνα διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπερ­αγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων ἐλεήσῃ καὶ σώσῃ ἡμᾶς· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος


Ομιλία εις την Κυριακήν του Ασώτου (Αγ. Ιουστίνος Πόποβιτς)
Ιδού ευαγγέλιο που αφορά στο νου και το σώμα του καθενός μας. Είναι το ευαγγέλιο της ευσπλαχνίας. Είναι η θαυμαστή παραβολή του Σωτήρος, στην οποία απεικονίζεται ολόκληρη η ζωή μας. Η δική μου, η δική σου, του καθενός ανθρωπίνου όντος επάνω στην γη. Όλους τους αφορά το σημερινό άγιο Ευαγγέλιο. Όλους.

Ο άνθρωπος! Αυτός ο θεϊκός πλούτος επάνω στην γη! Κύτταξε το σώμα του, το μάτι, το αυτί, την γλώσσα. Τι θαυμαστός πλούτος. Το μάτι! Υπάρχει τίποτε πιο τέλειο που να ημπορή ο άνθρωπος να επινοήση σ’ αυτόν τον κόσμο; Κι όμως, το μάτι αυτό το εδημιούργησε ο Κύριος, όπως και την ψυχή και το σώμα. Η ψυχή μάλιστα είναι ολόκληρη εξ ουρανού. Οποίος πλούτος! Το σώμα! Θαυμαστός θείος πλούτος που σου δόθηκε για την αιωνιότητα και όχι μόνο για την πρόσκαιρη αυτή γήινη ζωή. Και ψυχή δοσμένη για την αιωνιότητα...

Ακούσατε τι ευαγγελίζεται ο Άγιος Απόστολος Παύλος σήμερα. «Το δε σώμα τω Κυρίω» (Α΄ Κορ. 6, 13). Ο Κύριος έπλασε το ανθρώπινο σώμα για την αιώνια ζωή, για την αθανασία, για την καθαρότητα. Το έπλασε για την αιώνια αλήθεια, για την αιώνια δικαιοσύνη και για την αιώνια αγάπη: όπως το σώμα, έτσι και την ψυχή. Όλα αυτά είναι δώρα του Θεού, ανεκδιήγητα και μεγάλα και πλούσια, και –το πιο σπουδαίο– αθάνατα και αιώνια δώρα του Θεού.

Εμείς όμως οι άνθρωποι τι κάνομε μ’ όλα αυτά τα δώρα; Τι οικοδομούμε με αυτά; Παραδίδουμε το σώμα στις ηδονές και στα πάθη αυτού του κόσμου, και την ψυχή στους ακαθάρτους λογισμούς, τις ακάθαρτες επιθυμίες, τις ακάθαρτες ηδονές. Δια των αμαρτιών και η ψυχή και το σώμα απομακρύνονται από τον Θεό, φεύγουν από το Θεό, φεύγουν «εις χώραν μακράν». Τίνος είναι αυτή η «μακρυνή χώρα;»

Ακούσατε που ο άσωτος υιός βόσκει χοίρους. Στην χώρα του διαβόλου. Στην χώρα, όπου ο διάβολος έχει εξουσία πάνω στον άνθρωπο δια των παθών, δια των αμαρτιών, και τον κρατάει σε φρικτή τρέλλα, στον παραλογισμό και την παραφροσύνη.

Λοιπόν, η αμαρτία; Κάθε αμαρτία είναι τρέλλα. Και ο άνθρωπος θα είναι πάντα μέσα σ’ αυτή την τρέλλα, μέχρις ότου συναντηθή με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Και θα συναντηθή με την μετάνοια.

Ακούσατε πως ο άσωτος υιός, αισθανόμενος τι σημαίνει ζωή μέσα στην αμαρτία, ζωή μέσα στις ηδονές και τα πάθη αυτού του κόσμου, λέγει: «Πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ απόλλυμαι» σε ξένη και μακρυνή χώρα. «Αναστάς πορεύσομαι προς τον πατέρα μου». Σηκώθηκε και πήγε προς τον πατέρα. Και ο ουράνιος Πατήρ, ο Θεός και Ελεήμων Κύριος, «έτι αυτού μακράν απέχοντος είδεν αυτόν και εσπλαγχνίσθη και δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού και κατεφίλησεν αυτόν», ενώ συγχρόνως ο υιός με λυγμούς έλεγε: «πάτερ ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, ουκέτι ειμί άξιος κληθήναι υιος σου». Αμάρτησα στον ουρανό και σ’ όλα τα αστέρια. Όλα τα εμόλυνα με το πύον των παθών μου, και με το σκοτάδι των παθών μου τα ημαύρωσα όλα. «Ήμαρτον ενώπιόν σου»! Φεύγοντας από σένα, σε ποιόν προσκολλήθηκα; Δίπλα σε ποιόν ήμουν; Τίνος χοίρους εγώ έβοσκα; Του διαβόλου! Εγώ διαβολοποίησα την ψυχή μου, την οποία εσύ μου έδωσες να γίνη αγία και αθάνατη. Εγώ εβρώμισα το σώμα, εθανάτωσα το σώμα, εξαθλίωσα το σώμα!

Όταν ο άσωτος υιός «ήλθεν εις εαυτόν» –αφού ήταν εκτός εαυτού, στην τρέλλα, στις ηδονές και στα πάθη αυτού του κόσμου– δια της μετανοίας έτρεξε προς τον πατέρα. Και ο πατέρας τον αγκαλιάζει και τον φιλεί. Δεν είχε τελειώσει ακόμη ο υιός την εξομολόγησί του, δεν είχε εκφράσει ακόμη την επιθυμία του να τον δεχθή ο πατέρας του σαν δούλο, και ο πατέρας λέγει στους υπηρέτες του: «Φέρετε την στολή την πρώτη και ενδύσατέ τον και δώστε δακτυλίδι στο χέρι του και υποδήματα στα πόδια του και αφού φέρετε τον μόσχο τον σιτευτό, σφάξτε τον για να φάγωμεν και ευφρανθώμεν».

Για πιο λόγο ευφραίνεται ο ουρανός; Για ποιο λόγο ο Θεός ευφραίνεται στον ουρανό; Για ποιο λόγο ευφραίνονται οι άγγελοι; Σε ποιόν ο Κύριος λέγει να ευφρανθώμεν; Στους αγγέλους!

Ο άνθρωπος ο οποίος χάθηκε μέσα στις αμαρτίες, θυμήθηκε ότι ήταν αδελφός των αγγέλων και έσπευσε προς τον ουρανό. «Ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου». Αμάρτησα στους αγγέλους, στους αρχαγγέλους. Εγώ εδιαβολοποίησα τον εαυτό μου. Έρριξα τον εαυτό μου στην αγέλη των χοίρων, στην αγέλη των παθών. Και να, τώρα είμαι όλος ξεσχισμένος, όλος κουρελιασμένος. Και η ψυχή και το σώμα κουρελιασμένα. Όλα εξαθλιωμένα.
Λοιπόν, τι είναι μετάνοια; Ο Κύριος τρέχει να συναντήση τον μετανοήσαντα υιό. Τον αγκαλιάζει και τον ασπάζεται και όλος ο ουρανός συγκινείται. Όλοι οι άγγελοι ευφραίνονται. «Και ήρξαντο ευφραίνεσθαι» αναφέρεται στην θαυμαστή περικοπή του Σωτήρος. Για ποιο λόγο χαίρεσθε εσείς άγιοι άγγελοι, άγιοι αρχάγγελοι; Εσείς, οι οποίοι παντοτινά πενθήτε για τον γήινο αυτό κόσμο βλέποντας τα δικά σας πεσμένα αδέλφια, τους ανθρώπους, πως πνίγονται μέσα στις αμαρτίες και τις ηδονές και τα πάθη και τους διαφόρους θανάτους αυτού του κόσμου, γιατί ευφραίνεσθε; «Ευφραινόμαστε για την ανάστασι, την ζωοποίησι του νεκρού αδελφού μας ανθρώπου, ότι νεκρός ην και ανέζησε». Νεκρός ήταν ο άσωτος υιός, όταν ήταν μακράν του Θεού, της πηγής της Ζωής, μακρυά από τον ουρανό. Ιδού, ανάστασις εκ νεκρών φαίνεται [η επιστροφή του ασώτου] στα μάτια όλων των ουρανίων δυνάμεων. Όλες οι ουράνιες δυνάμεις γι’ αυτό χαίρονται, «ότι απολωλώς ην και ευρέθη». Πράγματι, όταν ο άνθρωπος είναι μέσα στις αμαρτίες και τα πάθη, χάνει τον εαυτό του, δηλαδή δεν έχει αυτογνωσία, είναι εκτός εαυτού.

«Εις εαυτόν δε ελθών», λέγει ο Σωτήρ. Ο άνθρωπος συνέρχεται, όταν σκεφθή τίνος είναι, δηλ. του Θεού. Το σώμα σου τίνος είναι; Του Θεού. Η ψυχή και αυτή του Θεού. Όλα δώρα, δώρα του Θεού. Εγώ, ποιος είμαι σαν άνθρωπος; Του Θεού, όλος του Θεού! Το σώμα μου είναι δοξασμένο από τον Θεό. Γι’ αυτό το εδημιούργησε ο Θεός, λέγει ο άγιος Απόστολος στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα. Και το σώμα για τον Κύριο, και η ψυχή για τον Κύριο. Δοξάζομε τον Κύριο και με το σώμα και με την ψυχή. Του Θεού είναι και το ένα και το άλλο. Μη νομίζεις ότι είναι τίποτε δικό σου, όχι. Όλα είναι αιωνίως του Θεού. Και συ είσαι αιωνίως του Θεού. Αλλά τότε μόνο, όταν εσύ το συνειδητοποιής.

Λοιπόν η αμαρτία; Δεν επιτρέπει ο διάβολος στον άνθρωπο να συναισθανθή ότι είναι υιός του Θεού. Ο διάβολος εξουσιάζει με την καρδιά και δεν αφήνει στον άνθρωπο να σκεφθή τον Θεό, να θυμηθή, ότι είναι υιός του Θεού, ότι είναι πλούσιος, ανεκδιήγητα πλούσιος. Ότι αυτός είναι αδελφός των αγίων αγγέλων. Ο διάβολος όλα τα σκοτίζει, όλα τα απομακρύνει από τον άνθρωπο, τα διαστρεβλώνει, και του δίνει ψεύτικες ηδονές μέσω των αμαρτιών. Πράγματι έχει δίκαιο ο Απόστολος Παύλος όταν λέει στον Άγιο Επίσκοπο και μαθητή του, Απόστολο Τίτο: «ήμεν γαρ ποτέ και ημείς ανόητοι» (Τίτ γ΄, 3) Κοιτάξτε τι λέει ο Απόστολος. Πότε Άγιε Απόστολε; Υποδουλωμένοι στις διάφορες επιθυμίες και στα διάφορα πάθη, τότε είμασταν τρελλοί και ανόητοι.

Δεν θέλει ο Κύριος δια της βίας να σε αναστήση εκ των θανάτων σου, να σε αρπάξη από την αμαρτία. Εσύ πρέπει πρώτος να το πης στον ίδιο: «Κύριε, αυτή η αμαρτία με βασανίζει. Δεν την θέλω, έχει όμως εξουσία επάνω μου. Ελευθέρωσε με!» Τότε γίνεται θαύμα. Πάντα. Ποτέ ο Κύριος δεν αφήνει χωρίς απάντησι την προσευχή, έστω και του μεγαλυτέρου αμαρτωλού. Δεν υπάρχει φρικτή αμαρτία για τον άνθρωπο, ο οποίος αγρυπνεί επάνω στη δική του συνείδηση, επάνω στη ζωή του. Ξέρει ο άνθρωπος, ότι μετά την προσέλευση του Κυρίου Ιησού Χριστού στον κόσμο, ότι δεν υπάρχη αμαρτία, από την οποία ο Κύριος δεν μπορεί να μας ελευθερώση. Δεν υπάρχει αμαρτία, την οποία ο άνθρωπος δεν μπορεί να νικήση, δεν υπάρχει αμαρτία, την οποία ο άνθρωπος δεν μπορεί να διώξη. Ο Κύριος δίνει την δύναμη. Μόνο κάνε την αρχή. Μόνο αναβόησε, όπως ο άσωτος υιός: «Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου».

 Όταν αμαρτάνης, αμαρτάνης όχι μόνο στον Θεό, αλλά σ’ όλα τα ουράνια κτίσματα, σ’ όλα τα επίγεια κτίσματα. Αμαρτάνεις στα πουλιά, αμαρτάνης στα λουλούδια, τα δένδρα. Αμαρτάνεις σ’ όλα τα ζωντανά όντα. Η αμαρτία είναι πραγματικά φοβερή, άνευ της μετανοίας. Τόσο φοβερή, ώστε να σκοτώνη και να ρίχνη σ’ εκατό θανάτους. Να ρίχνη στην αγκαλιά του διαβόλου και στην αιώνια φρικωδεστάτη κόλαση. Χωρίς αμφιβολία. Γι’ αυτό ο Θεός ήλθε σ’ αυτόν τον κόσμο. Να εξολοθρεύση τον φοβερό δράκοντα, ο οποίος λέγεται αμαρτία. Ήλθε ο Θεάνθρωπος Κύριος Ιησούς Χριστός και μας έδωσε όλα τα μέσα να εξολοθρεύσομε την αμαρτία, την κάθε αμαρτία. Εδημιούργησε την Εκκλησία Του επάνω στη γη και της έδωσε όλες τις ουράνιες δυνάμεις, για να νικάμε και εμείς οι άνθρωποι όλες τις αμαρτίες, όλους τους θανάτους μέσα μας και γύρω μας.

Ο Κύριος μας έδωσε τα θαυμαστά Άγια Μυστήρια. Το άγιο Βάπτισμα, τη Θεία Κοινωνία, τα οποία εξολοθρεύουν την αμαρτία. Μας έδωσε και τις θαυμάσιες αρετές, πίστη, ελπίδα, αγάπη, προσευχή, νηστεία, αγρυπνία, πραότητα και όλες τις υπόλοιπες ευαγγελικές αρετές. Γι’ αυτό δεν υπάρχει απόγνωση στον Χριστιανό άνθρωπο σ’ αυτόν τον κόσμο.

Ας ξυπνήση ο Αγαθός Θεός όλους τους αθέους, όλους τους απίστους. Ας κτυπήση τον καθένα με τον κεραυνό του Ουρανίου Ελέους. Με τον κεραυνό του Ουρανίου Ελέους μέσα στη συνείδηση, μέσα στη ψυχή. Ας ξυπνήση ο καθένας και πορευθή στην ουράνια πατρίδα του, στην ουράνια τράπεζα ανάμεσα στους αγίους αδελφούς του, τους αγγέλους. Ας ζήση εκεί μαζί τους δια της αιωνίας Θείας Αληθείας, αιωνίας Θείας Διακαιοσύνης και όλων των αιωνίων ουρανίων χαρών.

Κύριε, Σ’ ευχαριστούμε για το Άγιο Ευαγγέλιο αυτό. Σ’ ευχαριστούμε για την αγαθή είδηση αυτή. Γιατί δημιούργησες τον άνθρωπο, να μπορή να νικήση κάθε αμαρτία και κάθε διάβολο. Σε Σένα δόξα και ευχαριστία, πάντοτε νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. 

Πηγη:KRANOSGR

Δεν υπάρχουν σχόλια: